Η Άποψή μας για την παράσταση «Αλιγάτορες» στο θέατρο Γκλόρια
Γράφει η Στεφανία Τσουπάκη
27/05/24
Ο αλιγάτορας είναι ένα ζώο ταυτισμένο με τον κίνδυνο και τον τρόμο. Κρύβεται, παρακολουθεί και στο τέλος, επιτίθεται. Δύσκολο να του ξεφύγεις. Η δύναμή του, σε συνδυασμό με την αγριότητά του, τον κάνουν ανίκητο. Στη φαντασία ενός μικρού παιδιού τούτο το ζώο μπορεί να αποκτήσει εξωπραγματικές διαστάσεις και να μετατρέψει ένα άκακο παραμύθι σε βασανιστικό εφιάλτη.
Kαθώς το έργο ξεκινά, ένα νεαρό κορίτσι η ‘Αλις (Σάντυ Χατζηιωάννου), μας μιλά για τα χαρούμενα παιδικά της χρόνια ανακαλώντας και τους αλιγάτορες που στοίχειωναν συχνά τα όνειρά της. Είναι άραγε τυχαίο που στα 9 της χρόνια βρήκε απέναντί της τους «αλιγάτορες» της κοινωνίας? Για μια φορά ο μπαμπάς της, ο Ντάνιελ δεν μπόρεσε να της διαλύσει τους φόβους, όπως συνήθιζε να κάνει. Τώρα πια το θήραμά τους ήταν ο ίδιος κι έπρεπε να τους αντιμετωπίσει.
Μια οικογένεια ενωμένη, μ ένα ζευγάρι ερωτευμένο και ταιριαστό κι ένα παιδί που μεγαλώνει με αγάπη είναι η πρώτη εικόνα που παίρνουμε απ’τον κόσμο των Τέρνερ. Πραγματικά υπέροχα δοσμένη απ’τον σκηνοθέτη με τη συμβολή τριών πολύ καλών ηθοποιών το Γεράσιμο Γεννατά /Ντάνιελ, τη Φαίη Ξυλά/Σάλυ και τη Σάντυ Χατζηιωάννου/ Αλις, στα 9 της χρόνια. Η όμορφη εικόνα δεν κρατά πολύ. Μια αδιόρατη απειλή τους περιτριγυρίζει που ο συγγραφέας ηθελημένα παρατείνει κρατώντας τους σε ανησυχία. Είπαμε …οι αλιγάτορες δεν επιτίθενται αμέσως, παραμονεύουν.
Ο Ντάνιελ ανυποψίαστος αλλά όχι εντελώς ήσυχος συνεχίζει τη ζωή του ακόμα κι όταν υποχρεώνεται σε μια υποχρεωτική άδεια από το σχολείο που δουλεύει. Όταν πια του κοινοποιούνται οι ακριβείς λόγοι είναι γι’αυτόν πολύ αργά. Τα γεγονότα τρέχουν με ασύλληπτη ταχύτητα. Ένταλμα έρευνας, κατασχέσεις υπολογιστή, αυτοκινήτου κι ένα σωρό οικιακών αντικειμένων … Όλα βγαίνουν εκτός ελέγχου!
Μια δικηγόρος, η Ρέητσελ αναλαμβάνει την υπεράσπισή του. Του ζητά ειλικρίνεια και συνεργασία μέσα από μια προσέγγιση αυστηρά επαγγελματική. Θα του δώσει σαφείς οδηγίες και θα του εξηγήσει τη δεινή θέση που βρίσκεται: Μια παλιά του μαθήτρια τον κατηγορεί για σεξουαλική εκμετάλλευση όταν εκείνη βρισκόταν στην ηλικία των 14 ετών. Εκεί, πέφτουν όλοι απ τα σύννεφα. Φαίνεται να πέφτει κι ο ίδιος, που αρνείται τα πάντα . Δεν υπάρχουν αποδείξεις , οι ενδείξεις όμως είναι απίστευτες.
Σύντομα, η προσωπική ζωή του θα γίνει φύλλο και φτερό . Απ’τα ευρήματα στον υπολογιστή του μέχρι τις μαρτυρίες ανθρώπων που τον συναναστράφηκαν στο παρελθόν, αρχίζουμε να πιστεύουμε ότι μέσα του υπάρχει ένας άλλος καλά κρυμμένος εαυτός. Η Σάλι είναι η τελευταία που τον στηρίζει όμως σιγά σιγά προσβάλλεται κι εκείνη απ το μικρόβιο της αμφιβολίας και παίρνει αποστάσεις μαζί με το παιδί τους. Τα μήντια και η κοινωνία τον διαπομπεύουν. Μένει τραγικά μόνος μέσα σ ένα εχθρικό κόσμο. Οι αλιγάτορες απολαμβάνουν το θήραμά τους.
Όλο αυτό θα τελειώσει απότομα. Όσο απότομα ξεκίνησε. Η συνέχεια όμως έχει προοικονομηθεί με τρόπο αμείλικτο: τα θηρία απομακρύνονται μα η ανάμνησή τους μένει για πάντα. Πως γίνεται ένας άνθρωπος να ξαναβρεί την αξιοπιστία του μετά απ’όλο αυτό το ψυχικό ξεγύμνωμα?
Το έργο του Andrew Keatley είναι επίκαιρο και καθρεφτίζει την κοινωνία όπως έχει διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια. Αρκεί μια καταγγελία για ν αρχίσει η καχυποψία να υπονομεύει τα πάντα στη ζωή ενός ανθρώπου: Επιτυχία, ψυχική ισορροπία, δημοφιλία, καταξίωση. Τις πιο πολλές φορές ο κόσμος βρίσκεται απέναντι απ τον κατηγορούμενο κυριευμένος από ένστικτο ανθρωποφαγίας χωρίς να εξετάσει συνθήκες, κίνητρα, το τεκμήριο αθωότητας.
Τη μετάφραση και σκηνοθεσία του έργου ανέλαβε ο Γιάννης Λασπιάς. Οργάνωσε καλά την σκηνική παρουσίαση κι ανέδειξε τους χαρακτήρες, δίνοντας μας τροφή για σκέψη όχι όμως και πραγματική συγκίνηση, παρότι το έργο προσφερόταν και γι αυτό.
Ο Γεράσιμος Γεννατάς, ηθοποιός με σπουδαία δείγματα δουλειάς μέσα στο χρόνο ερμηνεύει εξαιρετικά τον Ντάνιελ σαν σύζυγο και πατέρα, χωρίς να δίνει το κάτι παραπάνω σαν «Ντάνιελ στα δόντια του θηρίου». Ίσως ένα ξέσπασμα οργής ή απελπισίας ήταν αναμενόμενο, όμως ποτέ δεν ήλθε. Αντίθετα, παρέμεινε μυστικοπαθής και διστακτικός. Δεν τον είδαμε ποτέ να περνά στην επίθεση ούτε να καταρρακώνεται ιδιαίτερα. Τη στιγμή που η ζωή του βγήκε εκτός ελέγχου η στωικότητα του με παραξένεψε λίγο. Στις σκηνές με τη συνήγορό του, εκείνη ήταν που με εντυπωσίασε με το αποφασιστικό και γεμάτο πυγμή ύφος της. Η Αθηνά Χατζηαθανασίου ερμήνευσε τη Ρέητσελ με δυναμισμό και μια επαγγελματική ψυχρότητα που δημιούργησε αμέσως τη ζητούμενη αντίθεση με την αρχική αίσθηση οικογενειακής θαλπωρής. Αυτή είναι εξ΄αλλου που αρχίζει πρώτη να αποδομεί τον «καλό» Ντάνιελ φέρνοντας τον αντιμέτωπο με τον κρυφό εαυτό του.
Η Φαίη Ξυλά υπήρξε μια λαμπερή Σάλι, γοητευτική, υπομονετική κι υποστηρικτική μέχρι τη στιγμή που οι βεβαιότητές της κλονίστηκαν για τα καλά. Ούτε αυτή όμως μας χάρισε κάποια σημαντική δραματική αλλαγή κάτω απ’το βάρος των εξελίξεων. Θα έλεγα ότι το ζευγάρι υιοθέτησε ένα μάλλον συγκρατημένο και ψύχραιμο παίξιμο σε σχέση μ’όλα αυτά που συνέβαιναν.
Η μικρή Αλις που άντεξε μια επώδυνη συζήτηση με την επίμονη και σκληρή παιδοψυχολόγο (Παναγιώτα Χαιδεμένου) έδειξε σαφώς να υποφέρει ψυχικά και να βιώνει μια τεράστια εσωτερική αλλαγή. Ας μην ξεχνάμε ότι στο δικό της (ανεπούλωτο?) τραύμα οφείλουμε όλη αυτή τη δραματική εξιστόρηση.
Το σκηνικό όμορφο, με διάσπαρτα παιχνίδια να θυμίζουν την παιδική αθωότητα, γωνιές που φέρνουν στο νου οικογενειακή εστία κι αλλα, πιο απρόσωπα σημεία που σχετίζονται με οδυνηρές συζητήσεις, ανακρίσεις, εξομολογήσεις, επιγνώσεις να δίνουν τη τελική σκυτάλη σε ένα ελπιδοφόρο άνοιγμα προς ένα καταπράσινο έξω κόσμο.
Τελευταία μνεία στην ηχητική ατμόσφαιρα της παράστασης. Mοναδικά ηχοτόπια και μουσικές του γκρουπ Ιncirrina ζωντανεύουν χάρη στην Ειρήνη Τηνιακού που συνοδεύει με τα πλήκτρα της τη δράση του έργου. Μια συμβολή απόλυτα ταιριαστή και αξιοσημείωτη.