Έφη Ρευματά: “Ο έρωτας είναι σχέση επιβολής και εξουσίας”
Πετύχαμε την ηθοποιό, σκηνοθέτη και θεατρική μεταφράστρια, στην προετοιμασία της πρεμιέρας για τα «Πικρά δάκρυα της Πέτρα Φον Καντ», για δεύτερη χρονιά, και κάναμε μαζί της μια κουβέντα για το ιδιαίτερο αυτό έργο του Φασμπίντερ!
– Πρώτα απ’ όλα, θέλω να μου πεις για το έργο. Γιατί επέλεξες αυτό το έργο και ποια είναι τα στοιχεία που σε γοήτευσαν στα «Πικρά δάκρυα της Πέτρα Φον Καντ»;
Είναι ένα έργο που είναι γνωστό από τη βιβλική ταινία του Φασμπίντερ που προβλήθηκε το ‘72 στο φεστιβάλ του Βερολίνου, κι έκανε ιδιαίτερη αίσθηση. Γενικά ο Φασμπίντερ ήταν πάρα πολύ γνωστός για τις ταινίες του. Μ’ άρεσε πάρα πολύ η ταινία όταν την είχα δει. Αλλά αυτό που με ιντρίγκαρε ακόμα περισσότερο είναι ότι βασίζεται σε θεατρικό έργο. Δηλαδή ο Φασμπίντερ πρώτα το έγραψε θεατρικό έργο και μετά το έκανε ταινία. Όλοι γνωρίζουν την ταινία όχι όμως το θεατρικό.
Έψαξα λοιπόν, και βρήκα το θεατρικό στα γερμανικά και καθότι γερμανοτραφής, γερμανομαθής, και όλα τα σχετικά, μπήκα στη διαδικασία να το μεταφράσω. Αυτό πολλά χρόνια πριν. Όπως συμβαίνει, σε εμένα τουλάχιστον, όταν αποφασίζω να κάνω μια παράσταση, εκτός από τα έργα που μεταφράζω – γιατί αυτή είναι μια δουλειά που κάνω, δηλαδή μεταφράζω διάφορα έργα τα οποία τα έχω στο ντουλάπι μου, σε ένα συρτάρι του μυαλού μου και του αρχείου μου – άμα μου έρθει μια ιδέα, πάω και ψάχνω αυτό το έργο στο οποίο ανήκει η ιδέα που μου ήρθε, και εκεί πάνω αποφασίζω να το κάνω παράσταση.
Οπότε τα «Δάκρυα» υπήρχανε πολύ καιρό ως μετάφραση στα κιτάπια μου, και κάποια στιγμή σκέφτηκα ότι ήρθε η ώρα να τα ανεβάσω. Με ιντρίγκαρε πάντα το θέμα της εξουσίας μεταξύ δυο ερωτευμένων ανθρώπων, πάντα, και από την εμπειρία της δικής μου ζωής, αλλά και την εμπειρία φίλων μου• το πώς στην ερωτική σχέση κάποιος μπορεί να είναι, αυτό που λέμε «από πάνω» και ο άλλος «από κάτω», και πώς αυτά τα πράγματα γρήγορα ανατρέπονται, και αυτός που ήταν από κάτω έρχεται από πάνω. Μιλάμε πάντα για μια ερωτική σχέση και για ένα πάθος, δεν μιλάμε για την αγάπη που διαμορφώνεται αργότερα και αυτά τα πράγματα δεν έχουν πια σημασία. Πάντα στην πρώτη φάση του έρωτα και του πάθους, κάπως οι ρόλοι είναι μοιρασμένοι και μπορεί και να ανατραπούν, μπορεί και όχι. Και κάπως έτσι οδηγούμαστε στην αγάπη. Αυτό ως θέμα με ενδιέφερε πάρα πολύ. Και αυτό δεν έχει να κάνει με ένα ομοφυλοφιλικό έρωτα, που πραγματεύεται το έργο του Φασμπίντερ, έχει να κάνει με οποιονδήποτε έρωτα, ετεροφυλοφιλικό, οτιδήποτε… Και όπως λέει και ο ίδιος ο Φασμπίντερ, όλες οι σχέσεις εξουσίας έχουν να κάνουν αυτό. Και ο έρωτας είναι μια σχέση εξουσίας.
Οπότε κάπως έτσι μπήκε στο κεφάλι μου και αποφάσισα να το κάνω παράσταση. Και σκέφτηκα ότι αυτό το πράγμα θα ήταν πάρα πολύ ωραίο με κοστούμια ιδιαίτερα. Οπότε, εκεί μπήκε στο μυαλό μου η Λουκία, να έχω πραγματικά haute couture. Να μεταφέρω τα ρούχα μιας πολύ γνωστής σχεδιάστριας πάνω στη σκηνή. Και από τη στιγμή που η Λουκία μου είπε το ναι – γιατί ήταν η πρώτη που προσέγγισα – σκέφτηκα ότι αυτό το πράγμα μπορεί να γίνει παράσταση
– Επομένως δηλαδή, επειδή μου ανέφερες την εξουσία, ποιο θεωρείς ότι είναι ο ρόλος της αγάπης και της εξουσίας μες στο έργο; Ή του έρωτα και της εξουσίας…
Όπως είπα και πριν δεν έχει να κάνει με τόσο με την αγάπη, στην αγάπη δεν νομίζω ότι υπάρχει εξουσία, στην αγάπη κάπως τα πράγματα είναι πιο ήρεμα, είναι πιο ομαλά, δεν έχει τόσες πολλές διακυμάνσεις. Η αγάπη είναι αγάπη και αγαπάω κάποιον τελείως. Ο έρωτας είναι ένα άλλο πράγμα. Στον έρωτα προσπαθώ να επιβληθώ στον άλλον. Προσπαθώ να επιβληθώ με την καλή έννοια. Πολλές φορές και με την κακή έννοια. Προσπαθώ να δείξω τα καλύτερα κομμάτια του εαυτού μου, να κρύψω τα χειρότερα. Να δείξω ένα δυναμισμό, ή να μη δείξω ένα δυναμισμό. Μπαίνω σε μια διαδικασία ρόλου.
Δεν είμαι εντελώς αθώος όταν μπαίνω στη διαδικασία του έρωτα. Κάτι θα χρειαστεί να κάνω, ο πόθος μου, το πάθος μου θα μου “επιβάλλουν” να δείξω κάτι διαφορετικό ίσως από αυτό που είμαι. Κάτι πιο ήρεμο αν είμαι νευρική, κάτι πιο νευρικό αν είμαι ήρεμη, κάτι πιο δυναμικό αν δεν είμαι. Ο έρωτας έχει πολλές μορφές και έχει και ρόλους. Και αυτό είναι το πολύ ενδιαφέρον και το πολύ ωραίο και γι’ αυτό βλέπουμε ότι και τόσα μυθιστορήματα, ταινίες, βιβλία, έχουν ως κεντρικό τους θέμα τον έρωτα. Γιατί στον έρωτα συμβαίνουν πράγματα και θαύματα, και κυρίως, μεταμορφώσεις του εσωτερικού μας εαυτού.
– Μου είπες ότι το έργο αυτό, όπως και άλλα, τα μεταφράζεις και τα κρατάς στο συρτάρι σου χρόνια. Επομένως, πώς θεωρείς ότι συνομιλεί με το σήμερα αυτό το έργο, και έπρεπε να ανέβει σήμερα στο θέατρο;
Κοίταξε να δεις, ό έρωτας πάει με τα πάντα. Πάντα υπήρχε έρωτας, είναι διαχρονικό θέμα, υπάρχει σε όλες τις εποχές, από την αρχαία τραγωδία μέχρι τα πιο σύγχρονα έργα. Οπότε το θέμα αφορά και το σήμερα, αλίμονο. Από εκεί και πέρα τώρα, αυτό που έχει πολύ ενδιαφέρον για μένα στο σήμερα, πέρα από το έργο, είναι η αισθητική του Φασμπίντερ – η αισθητική που είδαμε στην ταινία – τον οποίο εγώ τον θεωρώ πολύ σπουδαίο, και βρίσκω πολύ ενδιαφέρουσα την αισθητική του, την οποία θα την ονομάζαμε vintage εμείς σήμερα. Για αυτό και έχω κρατήσει στοιχεία από την ταινία. Δηλαδή, σαφώς έχω κάνει μετάφραση του θεατρικού, αλλά από εκεί και πέρα έχει γίνει και μια διασκευή, αλλά στην παρουσίαση της παράστασης υπάρχουν στοιχεία από την ταινία, γιατί με ενδιαφέρει πάρα πολύ η αισθητική του Φασμπίντερ. Τη βρίσκω πολύ ενδιαφέρουσα, ωραία, πολύχρωμη…Δηλαδή, ο συγκεκριμένος δημιουργός, εκτός από τον πυρήνα του έργου και από αυτό που έφτιαξε ως θεατρικό, από εκεί και πέρα είχε μια ξεχωριστή αισθητική. Και αυτό είναι ένα στοιχείο που ήθελα να το μεταφέρω σε μια παράσταση σήμερα.
– Οπότε πέρα από τη θεματική, είναι και η αισθητική ενός έργου, αυτή που σε κάνει να το επιλέξεις;
Όχι πάντα, μπορεί να είναι άλλοι παράγοντες. Στο συγκεκριμένο έργο έπαιξε πολύ μεγάλο ρόλο, ο συγκεκριμένος δημιουργός και η αισθητική του. Σε ένα άλλο έργο μπορεί να είναι κάποιος άλλος παράγοντας, που να μου κάνει ένα κλικ και να πω θα το κάνω. Και να είναι και η στιγμή του, έτσι; Είναι το σωστό timing, όπως στον έρωτα, που λέγαμε. Το οποίο δεν μπορεί να εξηγηθεί, γιατί τη συγκεκριμένη στιγμή εγώ σκέφτηκα αυτό το έργο ενώ έχω πάρα πολλά άλλα που έχω μεταφράσει ίσως κάτι είδα, κάτι αισθάνθηκα, κάποιος μου είπε κάτι; Δεν ξέρω.
– Έχουμε και λέμε: μεταφράστρια, σκηνοθέτης. Δύο ρόλοι σε ένα έργο. Τι προκλήσεις μπορεί να έχει αυτό;
Δεν ξέρω αν έχει προκλήσεις. Έχει μια πάρα πολύ ωραία ροή. Δηλαδή ξεκινάς από τη μετάφραση του έργου, από κάτι ολοκληρωμένο, και μετά σκέφτεσαι ότι, «Α, εγώ αυτό το πράγμα, εκτός από το χαρτί – γιατί η μετάφραση έχει εκδοθεί από την Κάπα εκδοτική – εγώ θέλω να το δω πάνω στη σκηνή. Και έχω και κάποιες γνώσεις θεάτρου, κάποιες σκηνοθετικές γνώσεις. Οπότε πώς μπορώ να το κάνω αυτό;». Και κάπως έτσι η μία σκέψη διαδέχεται την άλλη, και υπάρχει μια ομαλή μετάβαση για μένα. Τουλάχιστον για το συγκριμένο έργο που μιλάμε.
– Δε σου φαίνεται, δηλαδή, πιο αυστηρό το πλαίσιο της μετάφρασης και πιο αφηρημένο της σκηνοθεσίας…
Όχι, εγώ με τη μετάφραση διασκεδάζω πάρα πολύ. Περνώ πάρα πολύ ωραία μεταφράζοντας. Είναι μια ωραία δουλειά αλλά συνάμα και μια μοναχική δουλειά. Και μ’ αρέσει πάρα πολύ, γιατί το θέατρο έχει πολύ κόσμο και καμιά φορά έχω την ανάγκη να απομονωθώ αλλά παράλληλα να κάνω και κάτι δημιουργικό. Οπότε, εμένα η μετάφραση με βοηθάει και με γειώνει πάρα πολύ, και περνάω και ωραίο χρόνο με τον εαυτό μου και καθαρίζω και το μυαλό μου, και αισθάνομαι δημιουργική όταν μεταφράζω. Η σκηνοθεσία είναι ένα άλλο πράγμα. Στη σκηνοθεσία τώρα πρέπει να μπεις σε μια κουβέντα με πολύ περισσότερο κόσμο, με τους συντελεστές καταρχάς, πώς το ονειρεύεσαι αυτό το πράγμα να μεταφερθεί, οπότε έχεις να κάνει και με άλλους ανθρώπους, για το πόσο γρήγορα θα το κάνεις. Και φυσικά οι ηθοποιοί, οι οποίοι είναι οι απόλυτοι εκτελεστές για το όνειρο που έχεις, που τους έχεις φτιάξει ένα περιβάλλον και τους καλείς να μπουν μέσα και να βάλουν και δική τους προσωπική πινελιά και ταυτότητα σε αυτό που έχεις σκεφτεί. Οπότε όλο αυτό είναι μια διαδικασία που ξεκινάει από ένα μοναχικό πράγμα και οδηγεί σε ένα συνονθύλευμα ανθρώπων και γνώσεων και απόψεων, και προβλημάτων, στα οποία καλείσαι να βρεις λύσεις, αλλά είναι μια πολύ ωραία διαδρομή.
– Όπως είπες, η μετάφρασή σου κυκλοφόρησε από την Κάπα εκδοτική, και βρέθηκες πρόσφατα και στο Πεδίο του Άρεως, στο Φεστιβάλ Βιβλίου.
Ναι, ναι.
– Από όλη αυτή την εμπειρία, από την έκδοση, μέχρι και το φεστιβάλ, τι αποκόμισες; Υπάρχει δηλαδή ενδιαφέρον, τόσο στο πεδίο των εκδόσεων, όσο και στο κοινό, για τη θεατρική μετάφραση;
Ναι υπάρχει. Κοίταξε, θα σου πω για το συγκεκριμένο έργο και πώς έφτασε να εκδοθεί. Μετά από τη μετάφραση, ο φίλος μου, ο Αλέξανδρος Κοέν, που έχει τον Ίασμο, όταν έμαθε ότι θέλω να κάνω αυτό το έργο, με πήρε και μου είπε κάτι που εγώ δεν το ήξερα. Επειδή έχει δύο γυναίκες μέσα το έργο, και στην τρίτη πράξη έχει ένα συγκρουσιακό διάλογο, είναι ό,τι πρέπει για δραματικές σχολές. Και μου λέει ο Αλέξανδρος, «Έφη, αυτό το έργο θέλουμε να το δίνουμε στις σχολές στα κορίτσια, και δεν το έχουμε τυπωμένο, δεν υπάρχει κάπου, και τους δίνουμε όλο κάτι χαρτιά. Είναι η ευκαιρία σου να το τυπώσεις!». Κι έτσι ήρθα σε επικοινωνία με την Κάπα εκδοτική. Είναι ένα πάρα πολύ χρήσιμο έργο, καταρχάς για σχολές, για παιδιά που θέλουν να δώσουν σε σχολές. Έπειτα είναι πολλοί λίγοι αυτοί που γνωρίζουν ότι αυτό το έργο είναι θεατρικό, οπότε κι αυτό έχει πολύ ενδιαφέρον. Και επίσης να πω για την Κάπα εκδοτική, ότι κάνει εξαιρετικές εκδόσεις, κι έχει πάρα πολύ ωραία εξώφυλλα. Είναι πολύ προσεγμένα και το δικό μας εξώφυλλο είναι πολύ ωραίο, είμαι πολύ χαρούμενη για αυτό! Είναι λαχανί, έχει ένα τακούνι, έχει δάκρυα, απίστευτο!
– Από τις κριτικές για την παράσταση, ξεχώρισε πάρα πολύ η ερμηνεία της Βίκυς Βολιώτη ως Πέτρα Φον Καντ. Οπότε ήθελα να σε ρωτήσω, η επιλογή αυτή ήταν συνειδητή όταν αποφάσισες ότι θα ανεβάσεις το έργο;
Ναι. Ήτανε ο δεύτερος άνθρωπος, μετά τη Λουκία, που προσέγγισα. Τη Βίκυ τη γνωρίζω πάρα πολλά χρόνια. Ήμασταν μαζί στη γερμανική σχολή, γνωριζόμαστε από παιδιά, από μωρά και κάνουμε παρέα σχεδόν από τότε. Είναι κάτι πολύ παραπάνω από μια απλή συνάδελφος, ούτε καν μια απλή φίλη. Και σκεφτόμουνα πάντα ότι της Βίκυς θα της ταίριαζε αυτός ο ρόλος. Τη Βίκυ και την Πέτρα Φον Καντ, κάπως τις είχα πάντα στο μυαλό μου. Οπότε και στη Βίκυ είχα πει, σε ανύποπτο χρόνο, ότι αν αποφασίσω να ανεβάσω την Πέτρα Φον Καντ, θέλω να κάνει την Πέτρα, και πολύ συχνά το συζητάγαμε, μου έλεγε «Τι γίνεται μ’ αυτή την Πέτρα;», μεταξύ αστείου και σοβαρού, και κάποια στιγμή πήρε σάρκα και οστά. Να πούμε και για την Κατερίνα την Αγγελίτσα, που κάνει το ρόλο της Κάριν, και τον Αντώνη τον Καρναβά, που κάνει τη Μαρλέν. Ο ρόλος της Μαρλέν, της υπηρέτριας ενσαρκώνεται από έναν άντρα, και αυτό είναι ακόμα κάτι που έχει πολύ ενδιαφέρον στην παράσταση.
– Μελλοντικά σχέδια; Σε μετάφραση, σε θέατρο…
Έχω κάποια πράγματα, κάτι κάνω. Θα τα δείτε εν καιρώ. Τώρα έχουμε ακόμα πολλή δουλειά με την πρεμιέρα, γιατί φέτος βρισκόμαστε σε ένα καινούριο θέατρο, οπότε επικρατεί ένας χαμός. Και είναι μια περίοδος για όλους μας, που ξεκινάνε όλα, οπότε όλοι είμαστε πάρα πολύ απασχολημένοι. Οπότε προς το παρόν, αυτό που με ενδιαφέρει είναι να πάμε 11 Οκτωβρίου για πρεμιέρα, εδώ στο ΕΛΕΡ. Να πούμε για το θέατρο Ελένη Ερήμου, ότι είναι ένα φανταστικό θέατρο, καινούριο, προσεγμένο, φροντισμένο, με μια πάρα πολύ ωραία σκηνή. Και αυτό είναι η πρόκληση, γιατί έπρεπε να μεταφέρουμε τώρα, αυτό που είχαμε κάνει πέρυσι, σε ένα άλλο θέατρο.
– Σ’ ευχαριστώ πάρα πολύ!
Εγώ ευχαριστώ!
Τα «Πικρά Δάκρυα της Πέτρα Φον Καντ», θα παίζουν από 11 Οκτωβρίου, κάθε Παρασκευή και Σάββατο στις 21:00, και κάθε Κυριακή στις 18:00, στο θέατρο ΕΛΕΡ, Φρυνίχου 10.