Η Άποψή μας για την παράσταση “Απόρρητο” (Νέα Τάξη Πραγμάτων) στο θέατρο Τζένη Καρέζη
Γράφει η Κωνσταντίνα Καλλέργη
06/03/25
«Το Απόρρητο φέρνει μια Νέα Τάξη Πραγμάτων στο Θέατρο Τζένη Καρέζη»
Το κείμενο του Ιβάν Βιριπάγιεφ ανεβαίνει στη σκηνή του θεάτρου Τζένη Καρέζη, και μας μεταφέρει σε ένα μέλλον που δε μοιάζει καθόλου ξένο. Ένα μέλλον όπου η τεχνολογική εξέλιξη συνεχίζεται σε ραγδαίο ρυθμό, οι πολιτικές ακρότητας κερδίζουν έδαφος και η περιβαλλοντική κρίση σκορπά αβεβαιότητα και φόβο. Ένα μέλλον καθόλου μακρινό, καθώς πρόκειται για το 2028.
Τότε που η συνύπαρξη ανθρώπου και τεχνητής νοημοσύνης έχει ξεπεράσει κατά πολύ το στάδιο όπου η τεχνολογία βρισκόταν στην υπηρεσία των ανθρώπων, και έχει πλέον φτάσει στην εποχή όπου το ΑΙ παίρνει συνεντεύξεις από αληθινούς ανθρώπους, για να σκιαγραφήσει το ψυχολογικό τους προφίλ.
Σε μια έρευνα που σκοπεύει να κατανοήσει εις βάθος την ανθρώπινη φύση και συνείδηση, εστιάζοντας σε όλα τα θεμελιώδη ζητήματα που απασχολούν την ανθρωπότητα για αιώνες, τρεις καθόλου τυχαίοι άνθρωποι, συμμετέχουν ως συνεντευξιαζόμενοι. Τρεις επιστήμονες, από διαφορετικούς κλάδους, καλούνται να απαντήσουν σε ερωτήματα γενικά, οικουμενικά, αλλά και προσωπικά, εκθέτοντας τόσο τις προσωπικές τους πεποιθήσεις, τις επιστημονικές τους απόψεις, αλλά και τις ανθρώπινες αδυναμίες τους, σε ένα συνεντευξιάζον ΑΙ, που φαίνεται αποφασισμένο να αποδείξει την τρωτότητα της ανθρώπινης φύσης και τον ατελή τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι λειτουργούν, διανοητικά και συναισθηματικά.
Γιατί εγκληματούν οι άνθρωποι; Είναι όλοι ικανοί να σκοτώσουν; Η παραβατική συμπεριφορά είναι αποτέλεσμα προδιάθεσης ή ανατροφής; Αξίζει να θυσιάσουμε μια πάσχουσα πλειοψηφία, για το κοινό καλό; Τι σημαίνει ζωή και τι υπάρχει πριν και μετά από αυτήν; Με ποιους τρόπους ο σύγχρονος, πολιτισμένος άνθρωπος γίνεται δολοφόνος; Υπάρχει αρκετός χρόνος για να σωθούμε από το τέλος του κόσμου όπως τον ξέρουμε; Όσα απασχολούν τη συλλογική συνείδηση και την επιστήμη, τίθενται ως ερωτήματα σε μια ομάδα επιστημών, με τρόπο που άλλοτε τους επιτρέπει να εκθέσουν δομημένα τους συλλογισμούς τους, κι άλλοτε τους αναγκάζει να αποκαλύψουν πιο προσωπικά κομμάτια τους, αποδεικνύοντας ότι συχνά, οι απαντήσεις σε κάποια από αυτά τα ερωτήματα, δεν είναι τόσο απλές όσο η διατύπωση μιας επιστημονικής υπόθεσης, γιατί ο παράγοντας άνθρωπος περιπλέκει τις καταστάσεις.
Τα σκηνικά του Γιώργου Γαβαλά δημιουργούν μια φουτουριστική εικόνα και παραπέμπουν στο ψυχρό, εξεταστικό περιβάλλον ενός ερευνητικού κέντρου, με τα φώτα της Ελευθερίας Ντεκώ να συμπληρώνουν ιδανικά το παζλ.
Οι ηθοποιοί Ταμίλα Κουλίεβα – που υπογράφει και τη σκηνοθεσία – Μαριάννα Κιμούλη και Χρήστος Στέργιογλου, πλέκουν τον ιστό μιας αφήγησης που αρχικά μοιάζει ασύνδετη, αλλά στην πορεία αποκαλύπτεται πως κρύβει κάτι πολύ βαθύτερο. Αποτυπώνοντας και υποστηρίζοντας ο καθένας μια ξεχωριστή προσωπικότητα, επιβεβαιώνουν τη σύνθετη υπόσταση του ανθρώπου, ο οποίος μπορεί, με έναν κώδικα αξιών και ένα σύνολο πεποιθήσεων, να παρουσιάζει δύο εντελώς διαφορετικές όψεις του σε κοινωνικό και σε προσωπικό επίπεδο.
Η εναλλαγή ενσάρκωσης του AI ONE, από τους Έλλη Στάη και Παύλο Τζίμα, επιτονίζει τη «ρευστότητα» της φύσης της τεχνητής νοημοσύνης, έναντι του ανθρώπου. Και οι δύο καταφέρνουν να αποδώσουν τη διεισδυτική εξεταστικότητα μιας καλορυθμισμένης «μηχανής» που ζητά απαντήσεις, αλλά και την έλλειψη συναισθηματικής και κοινωνικής νοημοσύνης, που δημιουργεί τα όποια επικοινωνιακά κενά του ΑΙ με έναν άνθρωπο. Η αναγνωρισιμότητά τους, ωστόσο, καθιστά δύσκολη την πρόσληψη του ΑΙ ως ενός απρόσωπου συνόλου εντολών προγραμματισμού, και αποσπά ίσως την προσοχή του κοινού από το βασικό διακύβευμα.
Η σκηνοθεσία, που σε ένα τόσο κειμενοκεντρικό έργο, μοιραία περιορίζεται, αφήνει το χώρο στα μονολογικά κομμάτια των ηθοποιών να ξεδιπλωθούν και να δημιουργήσουν το έδαφος για προβληματισμό. Ιδιαίτερα ξεχωρίζει η ερμηνεία του Χρήστου Στέργιογλου, η οποία με μικρά, κωμικά διαλείμματα – ορμώμενα τόσο από το κείμενο, όσο και από τα εκφραστικά μέσα του ηθοποιού – δίνει στο κοινό στιγμές «κωμικής ανακούφισης», απαραίτητες σε ένα τέτοιο έργο.
Το φινάλε της παράστασης, ωστόσο, έρχεται να βγάλει κάπως βίαια το κοινό από το γαϊτανάκι του συλλογισμού που χτίζεται καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου, με τρόπο που δεν κλιμακώνεται ομαλά, αλλά πιάνει το θεατή «στον ύπνο». Ένας τρόπος συμβολισμού της απαραίτητης αφύπνισης του πνευματικού κόσμου και του κόσμου ευρύτερα, έναντι της ανθρώπινης και της τεχνολογικής εξέλιξης; Πιθανόν.
Βρισκόμενο στο κέντρο του σύγχρονου προβληματισμού και διαλόγου, είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς αν το έργο «Το Απόρρητο» έρχεται να σφετεριστεί μερίδα αυτής της συζήτησης, ή να θέσει, τελικά, νέα δεδομένα στο τραπέζι.
Το σίγουρο είναι ότι πρόκειται για ένα έργο που αφήνει τους θεατές με περισσότερα ερωτήματα, παρά με απαντήσεις.