Η Άποψή μας

Η Άποψή μας για την παράσταση “Αβυσσαλέο Κτήνος” της Ομάδας Νοσταλγία στο Rabbithole

Το έργο πραγματεύεται την δεκαετία του ΄80 στο Ρίνο και συγκεκριμένα στην πολιτεία της Νεβάδα. Η ιστορία μας παρουσιάζει έναν νεαρό πυγμάχο που αναδεικνύεται ως το απόλυτο φαβορί και κατατροπώνει τον έναν αντίπαλο μετά τον άλλον. Ο ερχομός δυο ξένων προερχόμενων από άλλη πολιτεία, ταράζει τα νερά του manager των πυγμάχων και του στενού του κύκλου. Η έλευση των δυο αυτών ξένων ξεσκεπάζει το χρόνιο κερδοσκοπικό σύστημα λειτουργίας αυτού του μικρού κύκλου.

Το Αβυσσαλέο κτήνος προβάλλει ξεκάθαρα την απάτη του Αμερικάνικου ονείρου. Σε όλο το έργο διαδραματίζεται, η παρακμή, ο τζόγος, το ποτό, οι στημένοι αγώνες, ναρκωτικά και στη μέση όλων αυτών ένας «αγνός πυγμάχος» που αγαπά το άθλημα και το αντιμετωπίζει ξεκάθαρα ως άθλημα και όχι σαν ένα μέσο κέρδους. Αναμφισβήτητα το έργο είναι σκληρό και βίαιο. Κατά την διάρκεια της παράστασης παρατηρούμε ταξικά υπονοούμενα, παράλληλους χώρους δράσεις, black χιούμορ και σίγουρα πολύ ξύλο.

Κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί τα ωραία κινηματογραφικά στησίματα και την ωραία ατμόσφαιρα που αποπνέουν τα καλοστημένα σκηνικά. Η σκηνοθετική τοποθέτηση του Γιώργου Σίμωνα που σημειωτέων ανέλαβε και τη διασκευή και την μετάφραση του έργου, είναι εύστοχη, είναι ξεκάθαρη και φανερώνει την εμπεριστατωμένη έρευνα του για τα δρώμενα της εποχής. Οι σκηνές μεταξύ τους είναι αρμονικά συνδεδεμένες. Υπάρχουν σκηνές με έντονη δράση και καλή δυναμική και σκηνές αποφόρτισης που δεν είχαν τόση ένταση.

Το σκηνικό στήσιμο της Νατάσσας Παπαστεργίου ήταν πραγματικά αξιοθαύμαστο. Με το που μπαίνεις στο χώρο του θεάτρου μεταφέρεσαι αυτόματα σε μια άλλη εποχή, την εποχή του ΄80. Οι φωτισμοί της Σοφίας Αδαμοπούλου διαιρούν και υπογραμμίζουν το σκηνικό με τα πολλά επίπεδα (ο χώρος του ρινγκ, το γραφείο με τα χαλιά, τα αποδυτήρια, το μπαρ, το γραφείο του εκφωνητή). Δεν θα μπορούσα να μην αναφερθώ στην μουσική της Τώνιας Ράλλη και της Ελένης Nότα, που μέσα από το Roxanne των Police, στο Take My Breath Away μας μεταφέρουν στον τόπο που διαδραματίζονται τα γεγονότα. Σε αυτό φυσικά συμβάλλουν και οι ενδυματολογικές επιλογές της Gely Grace.

Οι ερμηνείες σε καθήλωναν, σε κρατούσαν σε αγωνία. Ο Φώτης Λαζάρου ήταν ερμηνευτικά εξαιρετικός. Χειρίστηκε τον ρόλο με δεξιοτεχνία, έγινε ο ρόλος του, τον έζησε, τον βίωσε και έδωσε ένα μεγάλο φινάλε.

Δεν θα μπορούσα να πω το αντίθετο και για τον Μάκη Παπαδημητράτο που έκανε τόσο δικό του τον ρόλο, που ακόμη και οι μορφασμοί του προσώπου του δεν τον πρόδιδαν πως είναι ένας άλλος άνθρωπος. Ο θάνος Αλεξίου βοηθούσε εύστοχα στις κορυφώσεις και αποφορτίσεις του έργου που από αυτό και μόνο καταλαβαίνουμε την εμπειρία του στην υποκριτική. Αν και κάποιοι θεωρούν πως ο Συμεών Τσακίρης απέδωσε τον ρόλο υπερβολικά, άποψη μου είναι ότι η ερμηνεία του απέδιδε με μεγάλη επιτυχία την κυνική φιγούρα ενός αθλητικογράφου- ρεπόρτερ της δεκαετίας του ΄80. Ο Σπύρος Αγγελόπουλος ήταν συγκρατημένος χωρίς μεγάλες εντάσεις, κάτι που μπορεί να δικαιολογηθεί από το πλαίσιο του ρόλο, ενός 45χρονου που έχει αποσυρθεί καιρό από του αγώνες και έχει χάσει την δόξα του- αυτοπεποίθησή του. Η ερμηνεία του Αλέξανδρου Κωχ δεν είχε καθόλου περιττά στοιχεία, ο τρόπος που διαχειρίστηκε τον ρόλο ήταν ώριμος και φανερώνεται μεταξύ άλλων από το ηχόχρωμα της φωνής του και την κινησιολογία του που σε παραπέμπουν, σε έναν χειριστικό άνθρωπο, που γνωρίζει τα συμφέροντά του και κάνει τα πάντα για να τα κατακτήσει. Το παίξιμο του Κώστα Κουτρουμπή επίσης πολύ εύστοχο με μεγάλη εκφραστικότητα και ερμηνευτικά καλός σε έναν ρόλο που βοηθάει την εξέλιξη του έργου. Ο Μιχάλης Ζαχαρίας είχε σκηνική άνεση και αντίληψη του ρόλου του. Ο Στάθης Κόκκορης, αποδίδει με επιτυχία τον ρόλο ενός αφοσιωμένου προπονητή και παράλληλα έντεχνα αποφορτίζει τις έντονες σκηνές με χιουμοριστικό τρόπο. Τέλος η Ματίνα Περγιουδάκη η μοναδική στο θίασο γυναίκα κέρδισε τις εντυπώσεις τόσο με το υποκριτικό της ταλέντο όσο με την σκηνικής της άνεση.

Η ομάδα Νοσταλγία κατάφερε μέσα από το υποκριτικό και σκηνοθετικό ταλέντο να σε μεταφέρει στην δεκαετία του ’80. Είναι μια θεατρική εμπειρία που αξίζει να συζητηθεί και να μελετηθεί ως ένα πολιτικό κοινωνικό έργο.

Γράφει η Αθηνά Ειρήνη Χατζ Κασσέμ Τυραιδή
13/01/21 Θεατρολόγος

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.