Η Άποψή μας για την παράσταση “Linda” της Penelope Skinner από την Ομάδα Νάμα σε σκηνοθεσία Ελένης Σκότη
Γράφει η Στεφανία Τσουπάκη
03/04/25
H Penelope Skinner έγραψε αυτό το υπέροχο κείμενο το 2015. Εμπλέκει έξι χαρακτήρες που ο καθένας διατηρεί την αυτοτέλειά του και συγχρόνως, σαν δορυφόροι, γυρνούν γύρω από την κεντρική ηρωίδα. Την Linda Wild . Μια γυναίκα του 21ου αιώνα με την οποία κάποιες από μας θα ταυτιστούν απόλυτα, άλλες λιγότερο. Είναι αδύνατον όμως μια γυναίκα να μην αναγνωρίσει στιγμές απ τη ζωή της μέσα στην ιστορία της Linda.
Ξεκινά από χαμηλά. Μας διευκρινίζει ότι δεν πέρασε από Πανεπιστήμιο. Εργάζεται στο marketing της βιομηχανίας της ομορφιάς. Ο προιστάμενός της είδε το ταλέντο της και της έδωσε την ώθηση που χρειαζόταν. Με κάποιο αντάλλαγμα, ίσως. Η Λίντα όμως δεν επαναπαύτηκε. Δούλεψε, προσπάθησε και τελικά έφερε το πολυπόθητο αποτέλεσμα.
Βραβεύεται, καταξιώνεται στο χώρο, παίρνει τίτλο και το καλύτερο γραφείο στην εταιρεία. Τη δεδομένη στιγμή, που τη γνωρίζουμε, η Λίντα είναι πάλι δοσμένη με ενθουσιασμό στο λανσάρισμα μιας σειράς καλλυντικών για τις γυναίκες πάνω από πενήντα. Η καμπάνια της στοχεύει όλες εκείνες που έχουν αρχίσει να νιώθουν «αόρατες» στην καθημερινή τους ζωή. Είναι αισιόδοξη και σίγουρη για το νέο της πρότζεκτ που θα ταρακουνήσει την αγορά. Παράλληλα, έχει να υποστηρίξει το ρόλο της συζύγου, της μητέρας και … της νοικοκυράς ακόμα, αφού την βλέπουμε να μαγειρεύει με κέφι για τους ανθρώπους της ακόμα και μετά από μια κουραστική μέρα.
Ο άντρας της, καθηγητής, με χόμπι τη ροκ μπάντα του, φαίνεται επηρεασμένος απ’την κρίση του μεσήλικα. Οι δυο κόρες της μεγαλώνουν η καθεμιά στο δικό της κόσμο. Η μεγάλη τραυματισμένη ψυχικά από ένα γεγονός της εφηβείας, βρίσκεται σε οικειοθελή απομόνωση ενώ η μικρή παλεύει με μικροδιλήμματα προσπαθώντας ν αποδείξει την αξία της. Αυτή είναι η φωτογραφία καθώς το έργο ξεκινά. Θαυμάζουμε μια πετυχημένη γυναίκα, γύρω στα 55, που όμως κρατά ολοζώντανη μέσα της τη φλόγα της δημιουργίας.
Σιγά σιγά το σκηνικό θ’ανατραπεί. Οι επαγγελματικές δάφνες έχουν στην πραγματικότητα αρχίσει να ξεραίνονται. Ο διευθυντής της εταιρίας ψάχνει για νέα στελέχη … αναζητά την επιθετική τους συμπεριφορά … τις φρέσκιες ιδέες τους. Φαίνεται ότι η νεαρή Ειμι με τις διαφορετικές περί ομορφιάς ιδέες και την απροκάλυπτη δίψα για επιτυχία είναι εκείνη που θα ανακόψει την πορεία της Λίντα. Η Skinner προοικονομεί και το κοινό καταλαβαίνει πρώτο προς τα που οδηγείται το πράγμα. Στη Λίντα θα πάρει λίγο χρόνο παραπάνω για να συνειδητοποιήσει ότι το παιχνίδι χάθηκε. Όπως και στο σπίτι … Ξαφνικά αποκαλύπτονται πικρίες, παράπονα, ανεπούλωτες πληγές, αγιάτρευτες προσωπικές μοναξιές που δεν γεφυρώθηκαν ποτέ.
Η Λίντα ξαφνικά θα νιώσει τελειωμένη και μόνη. Αναπολεί τη στιγμή της μεγάλης της βράβευσης αλλά αντιλαμβάνεται βαθειά ότι δεν είναι πια εκείνη το επίκεντρο του κόσμου της. Και αυτή η συνειδητοποίηση είναι ό τι πιο σκληρό για μια αυτοδημιούργητη περήφανη γυναίκα.
Η Ελένη Σκότη παρουσιάζει το έργο αυτό για πρώτη φορά στην ελληνική θεατρική σκηνή. Εξαιρετική επιλογή … το έργο έχει ήδη εντυπωσιάσει στο εξωτερικό , όπου παίχτηκε την τελευταία 10ετία. Είναι ένα δράμα από αυτά που ελαφραίνουν κάπως με πολλές μικρές δόσεις χιούμορ. Στην πραγματικότητα τίποτε δεν είναι ανώδυνο. Η προδοσία όσο και να την σατιρίσεις παραμένει προδοσία, η απόρριψη κρύβει πάντα μια πίκρα, η ψυχική κακοποίηση σε καταρρακώνει, η αδιαφορία σε κάνει ν’ αναρωτιέσαι για τη δική σου στάση απέναντι σε ανθρώπους, η δολιότητα σ’ εξοργίζει χωρίς άλλο. Ακόμα και η προοπτική του να γίνεις κάποτε «αόρατη» (λόγω ηλικίας) όπως την περιγράφει η ίδια η Λίντα, σε αγχώνει όταν τη σκέφτεσαι.
Η σκηνοθέτης δούλεψε όλους τους χαρακτήρες και φώτισε επαρκώς όλες τις πτυχές της προσωπικότητας τους: Ο σύζυγος Νηλ, του πολύ καλού Μιχάλη Μαρκάτη δείχνει να βιώνει τη μέση ηλικία με την αγωνία αυτού που δεν παίρνει την επιβεβαίωση που λαχταρά. Γι αυτό την ψάχνει με τον εύκολο τρόπο οδηγώντας το γάμο του στην καταστροφή. Η μικρή κόρη Μπρίτζετ, της Μαριέλας Δουμπού, είναι χαριτωμένη μέσα στην ανάγκη της να δείξει τα πρώτα ολόδικά της βήματα μέσα απ το μονόλογο μιας σχολικής θεατρικής παράστασης, Αναζητά το ενδιαφέρον αλλά βρίσκεται αντιμέτωπη με τη γενική αδιαφορία. Είναι ένα ευαίσθητο πλάσμα με περίσσευμα ενσυναίσθησης.
Η μεγαλύτερη κόρη, η Αλις, ενσαρκωμένη απ’την εξαιρετική Νεφέλη Κουρή μπορεί να αποφεύγει τις συναναστροφές, τα ξεσπάσματά της όμως σπάνε κόκκαλα. Φαίνεται να βρίσκεται στο τέλος μιας βαθειάς κατάθλιψης και οι εκρηκτικές της στιγμές δείχνουν ότι θέλει να μετακινηθεί αλλά δεν βρίσκει τον τρόπο. Το περιστασιακό πέρασμά της από τον εργασιακό χώρο της μητέρας της έρχεται σαν καταλύτης να την λυτρώσει και ταυτόχρονα να της δώσει κίνητρο να ξαναρχίσει να ζει. Η Νεφέλη Κουρή είναι καθηλωτική σ’ένα χαρακτηριστικό ρόλο που μπορεί και υποστηρίζει άνετα και, με την γνωστή ερμηνευτική της δεινότητα αλλά και το αιώνιο εφηβικό φυσίκ της.
Από τον επαγγελματικό χώρο της Λίντα, η ωραιοτάτη Εριέττα Μανούρη μας έδωσε με πολλή σαφήνεια μια Ειμι στυλιζαρισμένη, το golden girl της εποχής, φιλόδοξη, κόλακα, αδίστακτη, αμετανόητη, με θέματα ηθικής ακεραιότητας. Ο υπάλληλος Λουκ, του Βασίλη Καζή, μια ιδιαίτερη παρουσία που θα επιδράσει και αρνητικά αλλά και θετικά μέσα στην ιστορία, ψάχνει κι αυτός να συναντήσει τον ιδανικό εαυτό του, αποδεικνύεται όμως λίγο επιπόλαιος … λίγο αφελής… λίγο εκμεταλλεύσιμος αλλά και κάπου χρήσιμος.
Ένα εξαιρετικό εύρημα, για το οποίο υποκλίνομαι στην Ελένη Σκότη, είναι η παρουσία του διευθυντή της εταιρίας, του Ντέιβ, μονίμως μέσα από μια βιντεοκλήση. Κι έτσι ακόμα, ο Αλκης Κούρκουλος παίζει με μεστό και ζηλευτό τρόπο τον ρόλο εκαι κείνου που χωρίς έλεος θα τελειώσει την καριέρα της Λίντα. Με την ίδια αποφασιστικότητα που την ξεκίνησε πριν χρόνια, με λόγο σοβαρό και ψυχρό που δεν επιδέχεται αντιρρήσεις και που, με ένα σωρό εύσχημες εκφράσεις προοιωνίζει το κακό χωρίς να το ονομάζει. Μπορεί να στερηθήκαμε την φυσική παρουσία του καλού ηθοποιού, αλλά πιστεύω ότι χάρη σ αυτή την σκηνοθετική ιδέα το παίξιμό του ήταν απόλυτα πειστικό αν σκεφτούμε τις απρόσωπες εργασιακές σχέσεις των καιρών μας.
Αφησα για το τέλος τη Λίντα της Κατερίνας Λέχου. Νομίζω ήταν μια ιδανική συγκυρία η συνάντησή της μ αυτό το ρόλο. Δίνει μια ερμηνεία γεμάτη δύναμη και αποχρώσεις. Τη βλέπουμε χαρούμενη, αισιόδοξη, περήφανη αλλά και απογοητευμένη, εξαπατημένη, συντετριμμένη. Στους μονολόγους της συγκλονιστική. Η στιγμή της κατάρρευσής της μπροστά στο ΔΣ της εταιρίας δίνει το μέγεθος της απόγνωσης. Η σκηνή όπου θέλει να εκδικηθεί για την κόρη της χωρίς τελικά να το καταφέρει δεν παύει να δημιουργεί μια μεγαλύτερη θλίψη. Και βέβαια η σκηνή της μεγάλης βράβευσης που έρχεται σαν ανάμνηση λίγο πριν το τέλος, καταπατώντας τη χρονική αλληλουχία, είναι αυτή που ξεκλειδώνει την πόρτα της τελικής εξόδου.
Η Κατερίνα Λέχου έδωσε στον χαρακτήρα όλη τη ζωντάνια και τη λάμψη που χρειαζόταν εξωτερικά αλλά και την σκοτεινιά που σιγά σιγά απλώθηκε μέσα στην ψυχή της. Παράλληλα μεσα απ τη Λίντα σίγουρα κατάφερε ν ακουμπήσει τις καρδιές των γυναικών που αγωνίζονται ν’αναδείξουν τη δουλειά τους, ν’αποδείξουν την αξία τους, να αντιμετωπίσουν τον ηλικιακό ρατσισμό. Προσωπικά, θα ευχηθώ να τη βλέπουμε συχνά στο σανίδι σε ρόλους απαιτήσεων σαν κι αυτόν.
Συμπληρωματικά, να αναφέρω την μετάφραση που μας χάρισε ωραίες και αληθινές στιγμές καθώς όλα τα στοιχεία της βρετανίδας δραματουργού πέρασαν σχεδόν οικεία στην δική μας πραγματικότητα, την γρήγορη ροή της παράστασης με τις σωστές εναλλαγές σκηνών που κρατούσαν το ενδιαφέρον αμείωτο επί 2 ώρες, τα άρτια κι ευρηματικά σκηνικά που ώρες ώρες έδιναν μια κινηματογραφική αίσθηση, τα κοστούμια που υπογράμμιζαν τέλεια την προσωπικότητα του κάθε χαρακτήρα, τους φωτισμούς που εστίαζαν ιδανικά πότε στη μεγάλη και πότε στις επιμέρους εικόνες της ιστορίας.
Περισσότερα για την παράσταση ΕΔΩ