Η Άποψή μας

Η Άποψή μας για την παράσταση “Νεκρές Ψυχές” του Ν. Γκόγκολ από τη βραβευμένη ομάδα GAFF στο Θέατρο Θησείον, Ένα Θέατρο Για Τις Τέχνες

Γράφει η Κατερίνα Δημητρακοπούλου
28/04/25

«Το νου σου γιε μου, μορφώσου καλά. […] Μην κερνάς κανέναν, μη χαρίζεις τίποτα και προπαντός, γιε μου, μάζευε λεφτά. Αν έχεις λεφτά είσαι παντοδύναμος»

Το βιβλίο του Νικολάι Γκόγκολ Νεκρές ψυχές θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα κείμενα της παγκόσμιας λογοτεχνίας και το θέμα του επικεντρώνεται στην υπεράσπιση των δουλοπάροικων που εκείνη την εποχή η σκλαβιά ήταν μία φυσιολογική κατάσταση. Οι άνθρωποι αυτοί εργάζονται κάτω από συνθήκες αθλιότητας και εκμετάλλευσης. Για τον συγγραφέα είναι ζωντανές ψυχές καταδικασμένες σε θάνατο αφού δεν είναι ανεξάρτητες και ελεύθερες. Ο δημιουργός γράφει το πρώτο μέρος του βιβλίου Οι Πεθαμένες Ψυχές το 1842, αλλά δεν θα το ολοκληρώσει ποτέ, καθώς κατέστρεψε το δεύτερο μέρος, σχεδόν ολόκληρο, λίγο πριν πεθάνει από ασιτία.

Στην Ελλάδα παρουσιάζεται τον Μάρτιο του 1967 σε μετάφραση Δημήτρη Ροδήμου και σε ραδιοφωνική προσαρμογή-σκηνοθεσία Δημήτρη Νικολαϊδη, ο οποίος χρησιμοποίησε το δραματοποιημένο κείμενο του θεατρικού συγγραφέα Άρθουρ Αντάμοβ. Στον ρόλο του Πάβελ Ιβάνοβιτς Τσίτσικοφ ακούγεται ο Κώστας Ρηγόπουλος. Σε υποσημείωση της ραδιοφωνικής παρουσίασης διαβάζουμε: «Ψυχές ονόμαζαν στη Ρωσία του αρσενικούς είλωτες, που ο ιδιοκτήτης πλήρωνε για αυτούς φόρο κατά κεφαλήν».

Η πρώτη δημοσίευση έγινε το 1842 και περιγράφει την έντονη επιθυμία πλουτισμού του Πάβελ Ιβάνοβιτς Τσιτσίκοφ, ο οποίος δεν εμπορεύεται κάποιο υλικό αγαθό, αλλά ανθρώπους, νεκρούς μουζίκους, «ψυχές», που δεν έχουν καταγραφεί ακόμα στα κατάστιχα από τη μία απογραφή στην άλλη. Οι δουλοπάροικοι ήταν περιουσία των γαιοκτημόνων, οι οποίοι είχαν δικαίωμα αγοράς, πώλησης, ακόμα και υποθήκευσης, όπως συμβαίνει με τα περιουσιακά στοιχεία. Θα περάσουν σχεδόν είκοσι χρόνια, 1861, για να αποκτήσουν την ελευθερία τους.

Η Σοφία Καραγιάννη υπογράφει τη διασκευή του μυθιστορήματος σε θεατρικό έργο και τη σκηνοθεσία του, παραδίδοντας master class διασκευής και δραματοποίησης λογοτεχνικού κειμένου με την αρωγή της συμβούλου δραματουργίας Σβελτάνας Μαμαλούι. Η σκηνοθέτις προσεγγίζει το μυθιστόρημα του Γκόγκολ με έντονη διεισδυτική ματιά, αφουγκράζεται το καυστικό του χιούμορ και με χειρουργική ακρίβεια ρεαλισμός και παραλογισμός εναλλάσσονται. Αφήνει ένα ηχηρό σχόλιο για τα σημερινά «κουκουλώματα» την κατάλληλη στιγμή και ο θεατής δεν παίρνει ανάσα, καθώς βλέπει τους ηθοποιούς σαν καλοκουρδισμένα όργανα ορχήστρας να εκτελούν το λιμπρέτο. Η Καραγιάννη ανεβάζει πολύ ψηλά τον πήχη με τη συγκεκριμένη παράσταση, και δίνει τον θεατρικό ορισμό της ομαδικής δουλειάς.

Η Μαργαρίτα Τρίκκα αξίζει ένα δυνατό χειροκρότημα για την απίστευτη ενορχήστρωση των ηθοποιών από τον απλό βηματισμό έως το ρυθμικό λίκνισμα του κεφαλιού, και τη μεταμόρφωσή τους σε πλούσιους, σε άλογα, σε άμαξα …

Ο Ιωσήφ Ιωσηφίδης είναι ένας ανυπέρβλητος Πάβελ Ιβάνοβιτς Τσίτσικοφ που δίνει φωνή σε έναν δόλιο χαρακτήρα, ο οποίος γνωρίζει πως όλα έχουν μία τιμή, αρκεί να παίξεις τα σωστά φύλλα. Δίπλα του στέκονται ισάξια και ισότιμα τέσσερις ταλαντούχοι ηθοποιοί, αναφέρονται αλφαβητικά, Διονύσης Λάνης, Γιάννης Μάνθος, Χρήστος Παπαδόπουλος, Κωνσταντίνος Πασσάς που υποδύονται όλους τους υπόλοιπους ρόλους του έργου με δυναμισμό, εκφραστικότητα και αλήθεια, δίνοντας στον κάθε χαρακτήρα, ξεχωριστή προσωπικότητα.

Η Γεωργία Μπούρδα, σκηνογράφος και ενδυματολόγος, επιλέγει μία ξύλινη στρογγυλή πλατφόρμα που βοηθά στην κάλυψη των αποστάσεων μεταξύ των επαρχιακών πόλεων, στο κύλισμα του χρόνου, στην αλλαγή των χώρων δράσης. Μέσα από τα κουστούμια είναι ξεκάθαρη η περίοδος που διαδραματίζονται οι αγοραπωλησίες, η κακογουστιά των νεόπλουτων και η μιζέρια των δουλοπάροικων. Η πρωτότυπη μουσική του Γιώργου Χριστιανάκη εστιάζει στο σκοτάδι που επικρατεί παντού, στην καρδιά και στο σώμα των ανθρώπων, στα αρχοντικά και στα καπηλειά. Οι φωτισμοί της Βασιλικής Γώγου ακολουθούν τις εσωτερικές και εξωτερικές εντάσεις των χαρακτήρων δημιουργώντας ένα κλειστοφοβικό κελί χωρίς παραθυράκι διαφυγής.

Παιχνίδια εξουσίας, λοιπόν, δικαστική, νομοθετική, εκτελεστική, εξουσία του τύπου, και ο λαός δεμένος σφιχτά με χαλινάρια και παρωπίδες, δεν έχει ανάσα, συνείδηση, ηθική, αξιοπρέπεια. Μόνο που κάποια στιγμή τα χαλινάρια σπάνε, η οργή ξεσπά και η παντοδυναμία του χρήματος γίνεται φενάκη.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.