Η Άποψή μας για την παράσταση ‘Παλινωδία ή Ορφέας και Ευρυδίκη’ σε σκηνοθεσία Βαρβάρας Νταλιάνη στο Θέατρο Φούρνος
Γράφει η Στεφανία Τσουπάκη
30/05/24
Παλινωδία: 1. Η ανάκληση όσων ειπώθηκαν προηγουμένως 2. Η συμπεριφορά που χαρακτηρίζεται από ανακολουθίες και αντιφάσεις. ΕΤΥΜ <παλινωδώ , ανακαλώ όσα υποστήριξα προηγουμένως ΣΥΝ (καθημ.) λέω και ξελέω. Εδώ αναφορά στο ποιητικό έργο του Ορφέα Διαθήκαι ή αλλιώς Παλινωδία. Λέγεται πως ο Ορφέας στο τέλος της ζωής του έγραψε την Παλινωδία αρνούμενος προηγούμενο ποίημά του στο οποίο μιλούσε για την ύπαρξη πολλών θεών και αποδεχόμενος πλέον έναν θεό δημιουργό των πάντων.
Oρφέας κι Ευρυδίκη. Ωραίοι και μοιραίοι. Με μια διαχρονική ιστορία συγκινητική και άκρως επιδραστική. Είναι τελικά ο Θάνατος αντίπαλος ή σύμμαχος του Έρωτα ?
Ένας σπουδαίος μουσικός ερωτεύεται μια πανέμορφη γυναίκα. Όμως η ευτυχία δεν κρατά πολύ. Η Ευρυδίκη απ την ημέρα του γάμου τους κιόλας, θα βρεθεί στον κόσμο των νεκρών, για πάντα μακριά του. Ο Ορφέας τη μοιρολογεί με τη λύρα του τόσο συγκινητικά που οι θεοί συγκλονίζονται. Τού δίνουν μια ευκαιρία να την ξαναβρεί που εκείνος την αρπάζει μες στην απελπισία του. Όμως, στον Κάτω Κόσμο, θα χάσει την Ευριδίκη για δεύτερη φορά. Και θα μείνει στη συλλογική μνήμη σαν ένας τραγικός αυτοκαταστροφικός ερωτευμένος άντρας. Είναι έτσι?
Στην Παλινωδία ο μύθος γίνεται θέατρο. Μια μικρή θεατρική πραγματεία στον Έρωτα, τη Μοίρα και το αναπόδραστο του Θανάτου. Η σκηνοθέτις έψαξε, συνέλεξε, συνέθεσε και ισορρόπησε πλήθος πληροφοριών, διασκευών και αλληγορικών μεταγενέστερων οικειοποιήσεων του μύθου με οξυδέρκεια, ευαισθησία κι ωραία αισθητική.
Στο πλευρό της τέσσερις υπέροχοι ηθοποιοί που υποστηρίζουν κι αναδεικνύουν το κείμενο, ψηλαφώντας κάθε πτυχή του. Είναι όλοι τους νέοι, όμορφοι, ιδανικοί να ζωντανέψουν το εμβληματικό ζευγάρι της μυθολογίας. Συχνά-πυκνά ο τέταρτος τοίχος πέφτει και απευθύνονται στο κοινό πότε παρασύροντάς το σε άγνωστες λεπτομέρειες απ τις απαρχές του μυθικού κόσμου και πότε σχολιάζοντας τις πράξεις και τα συναισθήματα των χαρακτήρων επί σκηνής.
Οι κοριτσίστικες φιγούρες μέσα στα λευκά τους φορέματα, ένα σαξόφωνο που συνεπαίρνει, το «για πάντα» που στοιχειώνει τη σκέψη των ερωτευμένων, η φωτογραφία μιας κόρης που έφυγε … δεν πέθανε, οι τύψεις ενός μελισσοκόμου για το κακό που προκάλεσε, το δέος των ζωντανών στην ιδέα του Κάτω Κόσμου και μια αιώνια πανανθρώπινη επιθυμία να νικήσω το θάνατο, ν’ανατρέψω τη μοίρα, είναι μερικές απ τις στιγμές της παράστασης που με γοήτευσαν .
Πέρα απ το μύθο αυτόν καθαυτό αναδεικνύονται με πολλή μαεστρία οι επιρροές στην όπερα, στο θέατρο και τον κινηματογράφο. Ομως αυτό που εντυπωσιάζει πιο πολύ είναι η παλινωδία του Ορφέα την ώρα που ετοιμάζεται να σώσει την Ευρυδίκη. Ενώ όλοι τον ξέρουμε σαν ένα παράφορα ερωτευμένο άνδρα που σε μια στιγμή επιπολαιότητας τα χάνει όλα, εδώ ο Νίκος Κουκάς, ένας ιδανικός Ορφέας κατ εμέ, διστάζει να φέρει σε πέρας την αποστολή του και τελικά αποφασίζει να μην το πράξει. Έτσι, μια άλλη φιλοσοφική διάσταση της ιστορίας μπαίνει στο τραπέζι: Aν η ζωή δεν εγγυάται στον έρωτα την αιωνιότητα, μήπως ο θάνατος του την εξασφαλίζει?
Οι τέσσερις ηθοποιοί κινούνται με κέφι και συνέπεια στις γραμμές που έχει χαράξει η σκηνοθέτης Βαρβάρα Νταλιάνη. Η οποία είναι φανερό ότι δούλεψε πολύ για να δώσει τη συγκεκριμένη δραματουργική δομή στο έργο. Έχοντας δει τα δικά της «Λεμόνια» πάλι με το Νίκο Κουκά και τη Λίνα Πάτσιου καταλαβαίνω ότι ξέρει να δημιουργεί προσωπικούς κώδικες με τους ηθοποιούς της κι αυτό φαίνεται και είναι και ό τι καλύτερο.
Οι δύο Ευριδίκες είναι εξαιρετικές. Η μία (Λίνα Πάτσιου) όμορφη, θηλυκή και δυναμική ή άλλη (Παναγιώτα Παπαδοπούλου) όμορφη, τρυφερή και εύθραυστη. Οι δυο τους εναλλάσσονται πετυχημένα, όπως πετυχημένα ερμηνεύουν τους επι μέρους ρόλους της Κάρολ από τον Ορφέα στον Άδη, του Τένεσι Γουίλιαμς και της θεάς Δήμητρας αντίστοιχα.
Ο Γιάννης Κόραβος, εξαιρετικός, παίζει έναν Ορφέα ζεστό, τρυφερό και αποφασισμένο καθώς και τον εκφραστικότατο μελισσοκόμο Αρισταίο από το μύθο. Ο Ορφέας του Νίκου Κουκά, ερωτευμένος και καθησυχαστικός με τη σύντροφό του στην αρχή, βρίσκεται στο τέλος να παίζει μ ένα ψήγμα αμφισβήτησης που αποβαίνει μοιραίο. Εξαιρετικός στο ρόλο του.
Το σκηνικό του Γιώργου Μπουρνουζούση είναι η άχρονη φύση, με αγριολούλουδα εκατέρωθεν της σκηνής, τα φώτα είναι καθοριστικής σημασίας σ όλη τη διάρκεια του έργου και τα φρόντισε ο Φίλιππος Τρέπας, τα ενδιαφέροντα κοστούμια και αξεσουάρ είναι από Η_Theia_Soula και την διδασκαλία κίνησης υπογράφει η Χρυσάνθη Φύτιζα.