Συνεντεύξεις

Συνέντευξη – Δεκάλογος με τον Αντώνη Γκρίτση

Συνέντευξη στην Ελένη Αντωνίου
10/12/22

Πολυσχιδής ηθοποιός, βραβευμένος το 2017 στα Queer theater awards, κλασικός φιλόλογος και μεταπτυχιακός φοιτητής του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών του ΕΚΠΑ στην κατεύθυνση της Μετάφρασης και της Δημιουργικής Γραφής, ο Αντώνης Γκρίτσης φαίνεται πως δεν εφησυχάζει ποτέ, έχει προσγειωθεί στον πλανήτη μας από τον πλανήτη συναίσθημα με απώτερο σκοπό να μας υπενθυμίζει πως ο ηθοποιός καταθέτει το συναισθηματικό του φορτίο σε κάθε του σκηνική αναμέτρηση. Φέτος τον απολαμβάνουμε σε μια παράσταση για παιδιά, αλλά και για μεγάλους σε παραγωγή της Μικρής Άρκτου και σε σκηνοθεσία Σταύρου Ραγιά «Η Πεντάμορφη και το Τέρας… Αλλιώς» στο Μικρό Παλλάς.

– Έχεις να κάνεις παιδικό θέατρο αρκετό καιρό, μέσα σ’αυτό το διάστημα μεσολάβησαν πολλοί σημαντικοί ρόλοι, πώς είναι η αναμέτρησή με το παιδικό κοινό ξανά;
Ναι, πάνε πια κοντά 12 χρόνια από την τελευταία φορά που συμμετείχα σε παιδική παράσταση με τις Μαγικές Σβούρες σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Αδάμη. Έχω κάνει 3 χρονιές παιδικό θέατρο και είχα ευτυχήσει με καλές συνεργασίες και τρυφερές παραστάσεις που θυμάμαι με αγάπη, όπως ο «Πεταλουδόσαυρος» του Ευγένιου Τριβιζά σε σκηνοθεσία του Βασίλη Μυριανθόπουλου. Κάπως μέσα σε αυτά τα χρόνια που μεσολάβησαν είχα και διαφορετικές αναζητήσεις ως ηθοποιός, αλλά δεν είχα αποκλείσει ποτέ εντελώς την ενδεχόμενη συμμετοχή μου σε μια παιδική παράσταση, αρκεί αυτό να γινόταν με συγκεκριμένους όρους.

Με τον Σταύρο τον Ράγια έχουμε τελειώσει την ίδια χρονιά διαφορετικές δραματικές σχολές, αλλά γνωριζόμαστε από το 2005, σε διάφορες πολύπαθες οντισιόν που είχαμε συμπέσει, τον παρακολουθώ και χαίρομαι που τα τελευταία χρόνια έχει μεταπηδήσει και στην σκηνοθεσία, οπότε όταν μου πρότεινε τη συμμετοχή μου στην παράσταση χάρηκα ιδιαίτερα με την προοπτική της συνεργασίας με έναν συνάδελφο που όλα αυτά τα χρόνια, χωρίς να είμαστε φίλοι, συμπορευόμαστε. Επιπλέον, η παραγωγή της Μικρής Άρκτου και ο Παρασκευάς Καρασούλος έκαναν την πρόταση ακόμα πιο δελεαστική. Και φυσικά, η Βικτορία Ταγκούλη και ο Δώρος Δημοσθένους είναι δυο καλλιτέχνες που έτσι κι αλλιώς θαυμάζω. Όπως καταλαβαίνετε, έδεσε πολύ το γλυκό…

– Περίγραψέ μας τον ρόλο σου;
Κάνω τον αφηγητή της ιστορίας, είμαι κάτι σαν γενικός συντονιστής, ένας ενδιάμεσος ρόλος μεταξύ σκηνής και πλατείας, ένα τρελούτσικο ξωτικό, λίγο μεγάλος, αλλά πάντα και λίγο παιδί. Νιώθω και Πήτερ Παν καμιά φορά, αν και με λένε Πάβελ.

– Ποια είναι η προσδοκία που έχεις από την παράσταση; Τι θα ήθελες να ενεργοποιείται στο κάθε παιδί;
Η παιδική ηλικία είναι ο χώρος των πιο προσωπικών μας αναμνήσεων. Πολλές φορές νοσταλγούμε μια εικόνα, μια κουβέντα, μια στιγμή που κάτι μας εντυπώθηκε ή μας αποκαλύφθηκε. Θα ήθελα μικροί και μεγάλοι θεατές να με σκέφτονται έστω για μια τέτοια στιγμή.

– Πώς αλληλεπιδρούν τα παιδιά με την πολλαπλότητα της ανθρώπινης φύσης, η οποία υπογραμμίζεται από την παράσταση;
Τα παιδιά είναι αυθόρμητα. Δεν μεσολαβεί τίποτα στην κρίση τους, αλλά και τίποτα δεν μπορεί να τα ξεγελάσει. Συμμετέχουν ενεργά, διασκεδάζουν, αλλά το στοίχημα είναι να τα συνεπάρεις και να σε παρακολουθήσουν. Μετά την παράσταση βγαίνουμε και τα συναντώ, γνωριζόμαστε και μιλάμε. Είναι κάτι που το χαίρομαι και το χαίρονται πάρα πολύ.

Όταν είσαι παιδί, έχεις την πολυτέλεια να ζεις λόγω ηλικίας σε έναν ενεστώτα διαρκείας. Είναι ένας κάπως ουδέτερος χρόνος κι αυτό είναι πολύ όμορφο, αλλά κάποιες φορές σε μπερδεύει, επειδή δεν καταλαβαίνεις και εντελώς καμιά φορά τι ακριβώς σου φταίει. Εκεί έχεις ανάγκη να νιώσεις ασφάλεια, να βρεις κάποιον να εμπιστευτείς, κάποιον που θα δείξει κατανόηση για οτιδήποτε μπορεί να συμβαίνει.

– Τι θα έλεγες στο παιδί που ήσουν σε σχέση με τον τρόπο με τον οποίο η κοινωνίας μας μαθαίνει να κατηγοριοποιούμε συμπεριφορές και χαρακτηριστικά σε καλά και κακά έχοντας την εμπειρία του σήμερα;
Ήμουν ένα πολύ καλό παιδί, πολύ φρόνιμος, υπάκουος, άριστος μαθητής… Καταπιέστηκα αρκετά και δεν είδα και μεγάλη προκοπή. Καλό είναι να είσαι και σκανταλιάρης πότε – πότε.

– Το 2017 βραβεύτηκες για την παράσταση «Ο γείτονάς μου Ναπολέων Λαπαθιώτης» σε σκηνοθεσία Γιάννη Σκουρλέτη και σε κείμενα Γιώργου Ιωάννου και Ναπολέοντα Λαπαθιώτη με το βραβείο ερμηνείας στα Queer theater awards έχοντας ήδη συνομιλήσει σκηνικά και με έναν άλλον μεγάλο Έλληνα συγγραφέα τον Νίκο -Αλέξη Ασλάνογλου. Tι κρατάς από αυτές τις τρείς εμβληματκές φυσιογνωμίες στις αποσκευές σου;
Αυτές οι παραστάσεις είναι όντως δυο παράσημά μου. Με έφεραν σε επαφή πρώτα απ’ όλα με πολύ αγαπημένους πια συνεργάτες μου, αλλά και με τις σαγηνευτικές ζωές τριών πολύ σπουδαίων λογοτεχνών, που λειτούργησαν παραδειγματικά για να ξεπεράσω κι εγώ άφθονες αγκυλώσεις μου.

– Υπάρχουν αλήθεια gay και straight ρόλοι;
Για να είμαι ειλικρινής, δεν νομίζω ότι υπάρχουν straight ρόλοι. Η διαδικασία της υποκριτικής είναι εξ ορισμού μια μετατόπιση από την κανονικότητα. Κάθε ρόλος είναι μια έκκεντρη, εκκεντρική, λοξή και αλλόκοτη ευτυχώς εκδοχή μας.

– Πόσο ανοιχτό θεωρείς ότι είναι το ευρύ κοινό, πλέον, απέναντι στην queer αισθητική;
Κάτι πάει να γίνει, αλλά ψάχνουμε διαρκώς κάτι «σοβαρό» για να μας συνεπάρει το «γελοίο».

– Με τι θα ήθελες να αναμετρηθείς υποκριτικά και σκηνικά και δεν σου έχει έρθει ακόμη;
Εγώ είμαι ηθοποιός. Αυτό σημαίνει ότι για να υπάρξω, πρέπει να με φανταστεί κάποιος. Θα ήθελα να με σκέφτονται περισσότερο, να με φαντάζονται και να με συμπεριλάβουν στα σχέδιά τους συνάδελφοί μου που κι εγώ θαυμάζω.

– Τι εύχεσαι για το ελληνικό θέατρο από δω και πέρα;
Να αγωνίζεται, να αντέχει, να μην το βάζει κάτω και να πηγαίνει τα πράγματα και την ελληνική κοινωνία παρακάτω. Να είναι προσωπικό και ειλικρινές, να παραδέχεται, να μην εφησυχάζει και να μην κρύβεται πίσω από τον εγωτισμό και τις ματαιοδοξίες του.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.