Συνεντεύξεις

Συνέντευξη – Ήρα Δαμίγου, Στυλιανή Κλείδωνα, Ελένη Φαλατάκη με αφορμή την παράσταση «Όλο σπίτι, κρεβάτι κι εκκλησία» των Φράνκα Ράμε και Ντάριο Φο που συνεχίζεται στο Θέατρο Δρόμος.

– Πως βίωσες την συμμετοχή σου στην παράσταση και το γενικότερο θέμα που διαπραγματεύεται, το οποίο είναι στις μέρες μας τόσο επίκαιρο και συνάμα τόσο λεπτό στον χειρισμό των ισορροπιών του;
ΗΡΑ ΔΑΜΙΓΟΥ: Κάθε νέο έργο που έρχεται στα χέρια μου, με στόχο τη δημιουργία παράστασης, μου προκαλεί φοβερό ενθουσιασμό. Διαβάζω πολύ, παρατηρώ τους ανθρώπους και τις καταστάσεις γύρω μου πιο στοχευμένα. Προσπαθώ να γνωρίσω την ηρωίδα μου, να γίνω “φίλη” μαζί της και να την κατανοήσω. Από κει και πέρα προσπαθώ να πω την ιστορία της μέσα από τις δικές μου εικόνες. Προσπαθώ να βρω πράγματα που θα με βοηθήσουν από γεγονότα των ημερών μας. Αυτό με γοητεύει. Όλα τα θέματα είναι επίκαιρα αν θέλεις να μιλήσεις μέσα από αυτά.

ΕΛΕΝΗ ΦΑΛΑΤΑΚΗ: Είμαι της άποψης πως χρειάζεται μέσω της τέχνης- και δη της τέχνης του θεάτρου- ενίοτε να συνδιαλεγόμαστε και να επικοινωνούμε έργα που ‘’αγγίζουν’’ την επικαιρότητα. Πόσο μάλλον όταν η επικαιρότητα είναι τόσο τραγικά ζοφερή, τώρα που η δυσμένεια του γυναικείου φύλου γίνεται πιο συνειδητή μέσα μας και έξω μας. Επιτέλους κάποιοι δεν κλείνουν τα μάτια και το στόμα τους μπροστά σε φρικτά εγκλήματα βιασμών δολοφονιών και κακοποίησης – καιρός ήταν.

Η τέχνη του θεάτρου ακολουθεί – φωτίζει κοινωνίες πολιτισμικά και πολιτικά. Εμένα αυτό το θέατρο με αφορά. Και ως ηθοποιό και ως θεατή. Το να συμμετέχω σε μια παράσταση που αφορά το άλυτο γυναικείο ζήτημα ήταν για μένα ανάγκη και μονόδρομος. Δεν υπήρξε αμφιβολία μέσα μου για τη συμμετοχή μου. Πόσο μάλλον που μέσα από την ομάδα «Μήδεια» δημιουργήθηκε ένα ενωτικό πρίσμα από τον σκηνοθέτη Εμμανουήλ Μαύρο, τους συναδέλφους και τους συντελεστές της παράστασης. Ένα έργο λοιπόν που γράφτηκε το 1977 από την Φράνκα Ράμε και Ντάριο Φο, παραμένει επίκαιρο όσο ποτέ και τώρα και το 2222 μ.Χ. όπου εξελίσσεται ο χρόνος της παράστασης.

Αντί λοιπόν στο σήμερα να μιλάμε ανθρωποκεντρικά για το πώς ως άνθρωποι θα μπορούσαμε να εξελιχθούμε κοινωνικά, πολιτικά και πολιτισμικά, μιλάμε ακόμη για το γυναικείο ζήτημα, κάτι που και μόνο ως όρος μας διαφοροποιεί από τους άλλους ανθρώπους γιατί δεν αντιμετωπιζόμαστε ισάξια ως άνθρωποι, αλλά ως το «γυναικείο φύλο» με τα ζητήματά του. Συμμετέχοντας λοιπόν σε αυτή την παράσταση ήταν ο δικός μου έστω και μικρός τρόπος να αντιδράσω σε μια κοινωνία – φίμωτρο, να αναλογιστώ για την δική μου ατομική ευθύνη να ενισχύσω μέσα μου το αίσθημα της αλληλεγγύης και της ανθρωπιάς και να πω αδέρφια πάμε!

ΣΤΥΛΙΑΝΗ ΚΛΕΙΔΩΝΑ: Δυστυχώς το έργο αυτό ήταν πάντα επίκαιρο, καθώς η κοινωνία που ζούμε έχει χρόνια ολόκληρα ως πρότυπο την πατριαρχία και την υποδούλωση της γυναίκας σε κάθε επίπεδο. Ευτυχώς στις μέρες μας υπάρχουν άνθρωποι που μίλησαν και μιλάνε και έτσι νιώθω και εγώ ότι περάσαμε στην αντίπερα όχθη. Η συμμετοχή μου στην παράσταση είναι για μένα λυτρωτική. Νιώθω με τη σειρά μου ότι μέσω της τέχνης του θεάτρου προσφέρω έστω και ένα μικρό λιθαράκι σε αυτό το ρόδο που λέγεται Γυναίκα. Σε εκείνη που είναι εδώ και μας διαβάζει αλλά και σε εκείνη που δυστυχώς λείπει.

– Υπάρχει κάποιο από τα στοιχεία του χαρακτήρα σου που σε βοήθησε στην ενσάρκωση αυτής της πολύπαθης ηρωίδας;
ΔΑΜΙΓΟΥ: Προσπαθώ να βρω κοινά στοιχεία σε κάθε ηρωίδα που συναντώ στη δουλειά μου. Να βρω το συναίσθημα που βιώνει και να ψάξω σε ποια συνθήκη βιώνω εγώ ένα αντίστοιχο συναίσθημα, ώστε να το αναπαράγω. Τα γεγονότα που βιώνει ο χαρακτήρας του έργου μπορεί να διαφέρουν από τα δικά μου βιώματα, όμως με τα συναισθήματα σίγουρα έχουμε συναντηθεί κάποια στιγμή, με άλλη αφορμή.

ΦΑΛΑΤΑΚΗ: Παρόλο που είμαστε όλοι μοναδικοί, οι άνθρωποι μοιάζουν μεταξύ τους. Κατά αυτή την έννοια, η ηρωΐδα, μου είναι μια πολύ οικεία παρουσία. Μου φάνηκε σαν να την έχω συναντήσει πολλές φορές μέσα από τις διηγήσεις και τα μάτια καθημερινών γυναικών. Είναι μια γυναίκα την οποία συμπάθησα, συν-αισθάνθηκα θαύμασα και κυρίως αγάπησα πολύ μέσα από τη γνωριμία μου μαζί της. Όλα αυτά τα τραγικά που της συμβαίνουν με γέμισαν με πολλά συναισθήματα. Με έκαναν να γελάσω και να κλάψω, αλλά κυρίως με έφεραν στη δική της θέση. Ταυτίστηκα μαζί της και γίναμε φίλες και αυτό ήταν ένα δώρο για μένα. Και παρόλες τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο ηθοποιός με τον εκάστοτε ρόλο του, πάντα στο τέλος μένει το δημιουργικό ταξίδι.

Κλείνοντας, και κάτω από το πρίσμα του νοήματος της παράστασης όπως έχει δοθεί σκηνοθετικά θέλω να συνδέσω το «Μία Γυναίκα Μόνη» που είναι η δική μου αφήγηση στην παράσταση, με τους μονολόγους που αφηγούνται οι ηθοποιοί Ήρα Δαμίγου στην «Πουτάνα στο Φρενοκομείο», και Στυλιανή Κλείδωνα στην «Μήδεια» και την «Ουλρίκε Μάινχοφ» και να επισημάνω ότι όλες αυτές οι γυναίκες είναι στην ουσία Μία Γυναίκα. Εκείνη που έχει απαξιωθεί, η οποία ως αρχέτυπο σύμβολο βλέπει τη θέση της να έχει κλαπεί. Και που τώρα επαναστατεί!

– Στην παράσταση κλήθηκες να ενσαρκώσεις δύο δυναμικούς ρόλους, της Μήδειας και της δημοσιογράφου, πολιτικής κρατούμενης. Αντιμετώπισες σε κάποιον από τους ρόλους μεγαλύτερη δυσκολία;
ΚΛΕΙΔΩΝΑ: Είναι δύο τελείως διαφορετικές γυναίκες αλλά ταυτόχρονα αγγίζονται πολύ σε σημεία. Η Μήδεια είναι η αρχή και η Ουλρίκε το τέλος μιας επανάστασης, αυτό ένιωσα κοντά τους. Σαφώς και αντιμετώπισα δυσκολίες, αλλά τις αγκάλιασα όπως και τις ηρωίδες μου.

– Έχουν αλλάξει πολλά πράγματα στον αγώνα των γυναικών από το 77 που γράφτηκε το έργο μέχρι σήμερα; Αν ναι, ποιά είναι αυτά;
ΔΑΜΙΓΟΥ: Πιστεύω ότι αλλαγές συμβαίνουν σε όλες τις εποχές. Για μένα πιο σημαντικό είναι, να μην υπάρχει “αγώνας” για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Το τι ψηφίζεται σε κάθε κοινωνία είναι σημαντικό. Η ουσία είναι να υπάρχει παιδεία. Ανθρωπιά. Αλληλεγγύη. Σεβασμός στη ζωή. Σεβασμός στον άνθρωπο.

ΚΛΕΙΔΩΝΑ: Θεωρώ πως αλλαγές υπάρχουν και θα συνεχίσουν να υπάρχουν. Το κυριότερο όλων είναι να σταματήσουμε να αναρωτιόμαστε «για το ποια η θέση της γυναίκας» στην κοινωνία, στην οικογένεια, στη θρησκεία και να αποδεχθούμε επιτέλους ότι και τα δύο φύλα εδρεύονται εξίσου στην ίδια θέση και ότι η ανισότητα των φύλων είναι η μεγαλύτερη ανθρωπιστική πρόκληση που αντιμετωπίζουμε και πρέπει να λήξει.

Της Αθηνάς Καπογιαννάτου, 07/03/22

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.