Η Άποψή μας για την παράσταση “Το Κήτος” της Ειρήνης Αναγνωστοπούλου στο BIOS
Τι ήταν αυτό;
Για να βάλουμε τα πράγματα σε μια σειρά. Στην αρχή της παράστασης προσπαθούσα να καταλάβω τι ήταν αυτό που έβλεπα, να το κατατάξω σε κάτι γνώριμο. «Μήπως είναι ένα δυστοπικό παραμύθι;», «Μήπως όλα είναι μέσα στο κεφάλι της κοπέλας;», «Μήπως είναι όλα μέσα στο δικό μου κεφάλι;». Μέγα λάθος. Σας το λέω εξ’ αρχής, αν θέλετε να δείτε κάτι που έχετε ξανά δει, αν νιώσετε την ανάγκη να κατατάξετε το θέαμα αυτό σε κάποιο προϋπάρχον θεατρικό «κουτάκι» και να πείτε «Α σήμερα είδα αυτό» μην πάτε. Δεν θα καταφέρετε.
Εγώ το απόλαυσα όταν σταμάτησα να ματαιοπονώ ως προς αυτή την κατεύθυνση της κατάταξης. Έβλεπα κάτι που συνεχώς κάτι μου θύμιζε κι αυτό το κάτι συνεχώς ξεγλιστρούσε από τα χέρια μου όπως το νερό. Είδα την Αλίκη στη χώρα των θυμάτων, άκουσα τις ιστορίες μου ήθελε να μας πει ο Χόρχε Μπουκάι, συνάντησα τους Πειρατές της Καραϊβικής, θυμήθηκα τον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών, βρέθηκα στην Ερυθρά Νήσο των αποικιοκρατών του Μπουλγκάκοφ, είδα τα σκληρά αυθεντικά παραμύθια των αδελφών Grimm , που ήταν σκοτεινά και μακάβρια πριν η Walt Disney τα κάνει ροζ, παρακολούθησα video clip των Tool, είδα πλάσματα της μυθολογίας, και σίγουρα κάπου εκεί είδα και τον Μόμπι Ντικ με τον ομώνυμο πρωταγωνιστή. Αυτή η ατελείωτη διακειμενικότητα προκαλούσε στο μυαλό μου αλλεπάλληλες μικρές εκρήξεις. Μετεωριζόμουν μεταξύ του οικείου και του ανοίκειου με έναν εσωτερικό μονόλογο που έλεγε «Α! Αυτό το ξέρω, είναι το… όχι δεν είναι». Τι προσπαθώ μετά κόπων και βασάνων να πω: αυτή ήταν η πιο πετυχημένη και λειτουργικά ενσωματωμένη παρουσία αναφορών που έχω παρακολουθήσει ποτέ σε παράσταση. Δεν ήταν μίμηση, δεν ήταν «το έκλεψε από…» ήταν αυτό που λέει η λέξη «αναφορά»! Ήταν η αφορμή, η αφετηρία από κάτι γνώριμο για κάτι εντελώς καινούργιο, εντελώς προσωπικό εντελώς δικό τους. Ήταν ένα θέατρο εμπειρία.
Και με αυτή τη φράση θέλω να περάσω στο επόμενο σκέλος που με άφησε άναυδη. Σημειωτέον, σε αυτό το άρθρο δε θα μιλήσω για άρτιες υποκριτικές και τεχνική των ηθοποιών (που ήταν), ούτε για κοστούμια, φώτα και σκηνοθεσίες. Αυτό που είδα ήταν εν συνόλω κάτι άλλο, και το κάτι άλλο, γι’ αυτό θέλω αβίαστα να γράψω όπως στο ημερολόγιό μου τις πολλές εντυπώσεις που μου άφησε. Το δεύτερο σκέλος λοιπόν αφορά τον κινηματογράφο. Ναι τον κινηματογράφο. Έχοντας σπουδάσει και δει πολύ θέατρο, είχα πάντα την απορία του αν και κατά πόσο το θέατρο του real time και των όχι τρελών special effects μπορεί να συναγωνιστεί το μεγαλεπήβολο του κινηματογράφου. Την απορία μου έλυσε το Κήτος. Και η απάντηση ήταν ένα ανακουφιστικό τεράστιο, ΝΑΙ. Χωρίς φανφάρες, καπνούς να βγαίνουν από παντού, χρυσόσκονες κι άλλα πεταμένα λεφτά, κρατώντας ατόφια την πρώτη ύλη του θεάτρου, δηλαδή τα σώματα, τις φωνές, τη φαντασία, με ελάχιστα έως ανύπαρκτα σκηνικά, είδα όλη την τεχνολογία του κινηματογράφου. Είδα καρέ φωτογραφίας υψηλής αισθητικής, είδα παραμορφωμένα σώματα χωρίς τη βοήθεια ειδικών εφέ, είδα πίνακες του Πικάσο με κυβιστικά σχήματα όπου αλλού είναι τα πόδια αλλού το κεφάλι, αλλού το σώμα χωρίς την επενέργεια του μοντάζ, άκουσα φωνές comic, και φωνές που με ταξίδεψαν στην Ανατολή με τα Πα, Βου, Γα, Δι, Κε, Ζω, Νη και γέμιζαν ακόμη και την τελευταία γωνίτσα του θεάτρου, χωρίς μικρόφωνα, χωρίς παραμορφωτές φωνής ή πυκνωτικά. Και όλα αυτά από το τίποτα. Η μάλλον από το παν: την ευφυΐα και τη φαντασία.
Αυτή η παράσταση θα μπορούσε να είναι ένα οργουελικό σενάριο, από αυτά που το 2100 θα μοιάζουν η καλή εκδοχή, μια υπόμνηση στην οικολογική καταστροφή ή ένα μνημόσυνο στις φωτιές της Εύβοιας. Θα μπορούσε να είναι μια καταγγελία της ενδοοικογενειακής βίας ή ένας επικήδειος για τις 13 «γοργόνες» με τα κομμένα πόδια. Θα μπορούσε να είναι μια ιστορία εγκλεισμού από τις τόσες που ακούσαμε ή που βιώσαμε στην καραντίνα. Θα μπορούσε να είναι, και ήταν πολλά πράγματα, με πολλαπλούς αποδέκτες. Αν ήταν όμως κάτι αυτή η παράσταση κυρίως, αυτό ήταν σίγουρα «σύγχρονη» με όλη τη δύσκολη έννοια του όρου που δε χρειάζεται κάποιο ξενικό προσδιορισμό (work in progress, in your face theatre, devised theatre etc.) για να ακουστεί γ@ματη, ήταν «αυθεντική» με όλο το βάρος αυτής της λέξης, αλλά για μένα κυρίως ήταν η παρηγοριά και η αισιοδοξία ότι το Θέατρο θα βρίσκει πάντα τρόπους να είναι καινούργιο. Να είναι παρόν.
Της Αφροδίτης Φλώρου 27/12/21
Φιλόλογος – Ηθοποιός
Συγγραφέας