Η Άποψή μας

Η Άποψή μας για την παράσταση “Η αγάπη άργησε μία μέρα” της Λιλής Ζωγράφου στο Μικρό θέατρο Μονής Λαζαριστών σε σκηνοθεσία Ένκε Φεζολλάρι

Γράφει η Κατερίνα Δημητρακοπούλου
27/02/25

«Μα πρέπει να ’χεις μέσα σου την ελευθερία
για να την αναγνωρίσεις όταν τη συναντήσεις»

Το μυθιστόρημα, τρία χρόνια μετά την κυκλοφορία του γίνεται τηλεοπτική σειρά (1997), γνωρίζοντας μεγάλη επιτυχία και διασκευάζεται σε θεατρική παράσταση το 2017, όπου παρουσιάστηκε στο θέατρο Αργώ.

Ο Φεζολλάρι κράτησε την οικογένεια Φτενούδου βαθιά μέσα στην καρδιά και την ψυχή του. Η νέα ανάγνωση, διασκευή και δραματουργική επεξεργασία με τη βοήθεια της Ροδής Στεφανίδου προσδίδει στο έργο, στο θεατρικό πλέον έργο, μία διαφορετική πνοή, δεν είναι μία ακόμα ηθογραφική διδαχή. Η πατριαρχία, η σκληρότητα, η υπακοή στα πρέπει που προστάζει η κοινωνία έρχονται να συνθλίψουν την άδολη αγάπη, τον έρωτα, την ίδια τη ζωή.

Βρισκόμαστε σε ένα χωριό της κρητικής γης υπό γερμανική κατοχή. Η οικογένεια θρησκόληπτη, ακολουθεί κατά γράμμα οτιδήποτε υπακούει στους άγραφους ηθικούς κανόνες της τοπικής κοινωνίας. Η μικρή Ερατώ, η αγαπημένη της μητέρας, γνωρίζει τον έρωτα στην αγκαλιά, ενός Ιταλού στρατιώτη που κρύβεται στο υπόγειο. Είναι τόσο αθώα που δεν καταλαβαίνει ότι θα φέρει στον κόσμο ένα παιδί. Η μεγαλύτερη κόρη Ασπασία, όταν και η μητέρα φεύγει από τη ζωή, αναλαμβάνει τα ηνία το σπιτιού. Δεν δέχεται την πραγματικότητα για την οικονομική παρακμή της οικογένειας και επιβάλλει ηθικούς κανόνες που δεν επιτρέπουν καμία χαρά να αγγίξει τη ζωή τους.

Ο Ένκε Φεζολλάρι στο πρόσωπο της Ασπασίας βλέπει τη Μπερνάρντα Άλμπα του Λόρκα. Πένθος, μαρασμός, θάνατος. Καμία τρυφερότητα, καμία αγκαλιά, καμία φροντίδα. Ο σκηνοθέτης δημιουργεί μία παράσταση ύμνο στην ελευθερία, τονίζει την τόλμη που απαιτεί η ελευθερία. Προασπίζεται κάθε μορφή ελευθερίας που η πατριαρχική κοινωνία με τον μισογυνισμό της δεν επιτρέπει στον έρωτα, την χαρά, την ευτυχία να ανθίσουν και κατά συνέπεια σιγά-σιγά ίδια η ζωή μαραίνεται και χάνεται. Ο φασισμός δεν βρίσκεται πλέον προ των πυλών, αλλά εντός.

Το κεντρικό πρόσωπο φέρει το όνομα μίας από τις Εννέα Μούσες, Ερατώ. Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία ήταν η Μούσα της λυρικής ποίησης, των ύμνων, η οποία προστάτευε τον έρωτα και τον γάμο. Η Ερατώ είναι τόσο όμορφη τόσο ξεχωριστή, όμως η επιθυμία της να αγαπήσει και να αγαπηθεί θα της δώσει το εισιτήριο για την επίγεια κόλαση, αφού τόλμησε να ζήσει, να διεκδικήσει την ελευθερία, να αψηφήσει τις κοινωνικές συμβάσεις. Η κόρη που θα φέρει στον κόσμο, η Αμαλία, η οποία θα γνωρίσει σαν μάνα τη γιαγιά της και μετά τον θάνατό της, θα αναλάβει την ανατροφή της η πρωτότοκη θεία Ασπασία, γίνεται και αυτή βορά στις κοινωνικές επιταγές, με κάθε κόστος.

Ο σκηνοθέτης επιλέγει, όπως, και στην πρώτη παράσταση, μόνο γυναίκες για να ερμηνεύσουν τους ρόλους-μέλη της οικογένειας για να κάνει αισθητή τόσο την αδυναμία των ανδρών να φέρουν αντίρρηση στην Ασπασία όσο και να δώσει έμφαση στον εγκλεισμό και τον αποκλεισμό τους από το υπόλοιπο χωριό. Η ενδυματολόγος και σκηνογράφος Δανάη Πανά δημιουργεί ένα υπό κατεδάφιση αρχοντικό που εύκολα γίνεται μοναστήρι, διαμέρισμα καθώς η πλοκή εξελίσσεται. Οι χλαίνες και τα σακάκια υποδηλώνουν την αρσενική παρουσία με το μαύρο χρώμα να κυριαρχεί παντού, όπως η θλίψη αυτών των γυναικών. Οι φωτισμοί της Σεμίνας Παπαλεξανδροπούλου εντείνουν το σκοτάδι που υπάρχει όχι μόνο στη νύχτα αλλά στις ζωές των γυναικών της οικογένειας Φτενούδου. Η μουσική του Κωνσταντίνου Ευαγγελίδη τονίζει τη συναισθηματική φόρτιση ενώ ταυτόχρονα προσφέρει «ανάσες» στον θεατή από τη ζοφερή καθημερινότητα των ηρωΐδων.

H Άννη Τσολακίδου μας χαρίζει μία μητέρα με μεγάλη καρδιά, ευγένεια ψυχής και οι πράξεις της εκφράζουν την ωριμότητα των βιωμάτων της αλλά και πόσο τρυφερή είναι η καρδιά της. Στο πρόσωπο της Μαρίας Χατζηιωαννίδου αναγνωρίζουμε μία στεγνή, αυταρχική Ασπασία, γεμάτη δηλητήριο όχι μόνο για τους άλλους αλλά και για τον ίδιο της τον εαυτό. Κυνική και απρόσιτη αφήνει το μίσος να τη συμβουλεύει σε τέτοιο βαθμό που δεν έφαγε ποτέ γλυκό ψωμί.

Η Υρώ Λούπη δημιουργεί μία γλυκιά παιδούλα, την Ερατώ, την οποία υποστηρίζει τόσο με το ηχόχρωμα της φωνής της όσο και με την κίνησή της. Όμως, η ζωή έχει άλλα σχέδια για εκείνη και γρήγορα θα μεταμορφωθεί σε ένα άδειο σακί, σε ένα ανθρωπόμορφο ον γεμάτο σκληρότητα και κυνισμό. Η ερμηνεία της Ιωάννας Παγιατάκη στον ρόλο της Πηνελόπης, ξεδιπλώνει τον όμορφο συναισθηματικό κόσμο του «τέρατος» που ενώ, η εξωτερική του ασχήμια του προσφέρει πόνο και χλευασμό, εκείνο χαρίζει απλόχερα καλοσύνη. Η Αμαλία της Πολυξένης Σπυροπούλου είναι μία ονειροπαρμένη κοπέλα που θέλει να ζήσει το όνειρο, να γίνει μία κυρία του καλού κόσμου, η οποία όμως προσγειώνεται κάπως απότομα στην πραγματικότητα. Η Λίλιαν Παλάντζα υποδύεται την άβουλη και αδύναμη Εργίνη που υπηρετεί την Ασπασία ως το τέλος, βάζοντας στον ρόλο την προσωπική της σφραγίδα. Η Δανάη Σταματοπούλου ερμηνεύει μία δυναμική και αποφασιστική Αικατερίνη, «ζωντανεύει» επί σκηνής την αδερφή που πατάει πόδι στην Ασπασία και ακολουθεί τον δικό της δρόμο. τους, στους ρόλους των αδερφών, αλλά και των εραστών της Αμαλίας χρησιμοποιούν τη δέουσα λεπτή ειρωνεία. Στις εναλλαγές των ανδρικών και των λοιπών γυναικείων ρόλων οι ηθοποιοί λειτουργούν αρμονικά, κάποιες στιγμές σχεδόν σαν αερικά.

Παρακολουθήσαμε μία παράσταση που σε ταξιδεύει σε μία άλλη εποχή, κρατώντας σε από το χέρι μαλακά και τρυφερά. Όταν τα πρέπει πνίγουν τα θέλω, όταν η ελευθερία υπάρχει μόνο στα όνειρα, η πνιγηρή καθημερινότητα οδηγεί τον άνθρωπο στον ψυχικό μαρασμό και στον σωματικό θάνατο.

Το προσεγμένο πρόγραμμα της παράστασης πωλείται και σε ψηφιακή μορφή στο πλαίσιο της οικολογικής πολιτικής του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.