Η Άποψή μας για την παράσταση “Love and Money” στο Υπόγειο του Θέατρου Τέχνης Καρόλου Κουν
Γράφει η Ελένη Αντωνίου
30/01/24
Στο επέκεινα της σύγχρονης α- διαθεσιμότητας.
Ο Dennis Kelly, εκτός από προσωπικός μου αγαπημένος σύγχρονός μας, αποτελεί έναν από τους πιο πολυπαιγμένους συγκαιρινούς μας συγγραφείς, έχοντας κερδίσει το στοίχημα με κριτικούς και κοινό παγκοσμίως. Μεταξύ άλλων έργων του, στην Ελλάδα έχουν παρουσιαστεί “τα Ορφανά” και το “Girls and Boys” και έχουν ανέβει με επιτυχία δημιουργώντας μια ανοιχτή και απροκατάληπτη σχέση μεταξύ φιλοθεάμονος κοινού και συγγραφέα.
Το δραματουργικό του ύφος χαρακτηρίζεται από έντονο σαρκασμό και ποιητικότητα με εξέχον δραματουργικό εύρημα το μη γραμμικό, αλλά ποιητικό μοντάζ, με αποτέλεσμα η πλοκή των γεγονότων να εξελίσσεται ακολουθώντας μια φαινομενικά τυχαία σειρά. Η έλλειψη γραμμικότητας στην αφήγηση γίνεται στοχευμένα από τον συγγραφέα υπογραμμίζοντας τα κίνητρα των ηρώων και τις επιλογές τους συστήνοντας έτσι το δραματουργικό πυρήνα.
Η ιστορική συγκυρία γύρω από την οποία εκτυλίσσεται το έργο στη μεταφορά του από τη Σοφία Μαραθάκη αφορά την πανδημία και τις συνέπειες της, στις διαπροσωπικές μας σχέσεις.
Η σκληρότητα του λόγου και η αμεσότητα, την οποία υιοθέτησαν τόσο αισθητικά η σκηνοθέτις, αλλά και υποκριτικά στους κώδικες που ανέπτυξαν μεταξύ τους οι ηθοποιοί, μας καλεί να κοιταχτούμε στον καθρέφτη.
Η παράσταση υπακούοντας στην εμφανή ανάγκη των συντελεστών να λειτουργήσει ως ένα ευγενικό, αλλά ίσως, επώδυνο συναισθηματικά χτύπημα στην πλάτη, γίνεται μια αφορμή για υπενθύμιση και κατάδυση στα υπαρξιακά μας βάθη.
Ο Ντέιβιντ, είναι ένας πρώην καθηγητής αγγλικής φιλολογίας που αναγκάστηκε να γίνει πωλητής για να αυξήσει το βιοτικό του επίπεδο. Η Τζέη υποφέρει από το σύνδρομο του υπερκαταναλωτισμού και καταλήγει να παθαίνει νευρικό κλονισμό. Ο γάμος καταρρέει εξαιτίας της επίδρασης των οικονομικών ατασθαλιών και τα θεμέλια της σχέσης τους φαίνεται να έχουν κλωνιστεί δια παντός. Στον αντίποδα ο θεατής θα συναντήσει τους γονείς που πενθούν για την κόρη τους και οδηγούνται στον βανδαλισμό και στην άσκηση ακραίας βίας όταν θα αντιληφθούν ότι ο θάνατος της κόρης τους έχει γίνει αντικείμενο εμπορευματοποίησης. Στη συνέχεια, οι θεατές θα κληθούν να αναγνωρίσουν στο πρόσωπο της επιτυχημένης μάνατζερ που έχει υποκαταστήσει την πίστη της στον Θεό με την αφοσίωση της στον υλισμό και στην απόκτηση χρήματος, την ηθική κατάπτωση του σύγχρονου ανθρώπου που απωθεί την πνευματικότητα του και την ανάγκη του για μια υπαρξιακή καταφυγή σε κάτι μεγαλύτερο αντικαθιστώντας το με τη λατρεία του χρήματος.
Στο έργο αποτυπώνεται η παθογένεια του σύγχρονου πολιτισμού, ακολουθώντας τα αρχετυπικά πλέον αποστάγματα σκέψης του Freud για τον δυτικό πολιτισμό και τη δυστυχία του. Υπερκαταναλωτισμός, χρέη, αλκοόλ, κανιβαλισμός, αριβισμός, έρωτας μέσω διαδικτύου και ανθρώπινος αλληλοσπαραγμός είναι μόνο μερικά από τα θέματα που θίγονται με στόχο να ξυπνήσουν στον καθένα από εμάς την ανάγκη να δούμε τώρα περισσότερο από ποτέ ότι ως ανθρωπότητα είμαστε α- διάθετοι (μη διαθέσιμοι) ο ένας απέναντι στον άλλον, ακριβώς επειδή δεν μάθαμε να θωρακίζουμε τους εαυτούς μας με συμπόνοια, τρυφερότητα και αγάπη, αποτυγχάνοντας να εκπληρώσουμε τη μεγαλύτερη ζωτική μας ανάγκη, να αγαπήσουμε και να αγαπηθούμε .
Η εύστοχη σκηνογραφία του Νίκου Δεντάκη με τη χρήση των πολυχρηστικών κύβων επί σκηνής αφήνει να εννοηθεί ότι κάθε ιστορία θα μπορούσε να εκτυλιχτεί παντού, υπογραμμίζοντας την οικουμενικότητα των ζητημάτων που θίγονται, τονίζοντας, έτσι, επαναλαμβάνω, τη σαφή ανάγκη από την πλευρά της σκηνοθεσίας να απευθυνθεί στο κοινό ως μια κατάσταση όπου η ανθρωπότητα βρίσκεται σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης.
Η ευαισθησία και η σκηνική ετοιμότητα, εργαλεία με τα οποία εκπαιδεύει τους ηθοποιούς της η Σοφία Μαραθάκη, μας είναι ήδη γνωστά ως αισθητικές και “ηθικές” επιδιώξεις μιας καλλιτέχνιδος που γνωρίζει τι κάνει και τι ζητάει πάνω στη σκηνή με μεγάλη ακρίβεια, άσχετα με το αν αυτό είναι πάντα επιτυχημένο ως καλλιτεχνικό αποτέλεσμα. Η σχέση, λοιπόν, της σκηνοθέτιδας με τους ηθοποιούς της φάνηκε σε αυτήν την απόπειρα, να διακρίνεται από συνέπεια, καθαρότητα και ευαισθησία. Οφείλω σε αυτό το σημείο να ξεχωρίσω, όχι εις βάρος των υπολοίπων συνεπέστατων ( Άρης Μπαλής, Νάνσυ Μπούκλη, Σοφία Μαραθάκη), αλλά προς όφελος της παράστασης τις εξαιρετικές ερμηνείες των Γιώργου Σύρμα και Κατερίνας Μαούτσου.
Καλοκουρδισμένη και ειλικρινής, ακριβώς ότι χρειάζεται για το πρώτο διήμερο της εβδομάδας, μια παράσταση που φτιάχτηκε με περίσκεψη, συμπόνοια και ακρίβεια, ικανή να θίξει το ερώτημα, αν τελικά οι ιστορίες στις ζωές μας θα μπορούσαν να έχουν διαφορετικό αποτύπωμα, τοποθετημένες σε διαφορετικό χωροχρόνο .