Η Άποψή μας για την παράσταση “Λεμόνια Λεμόνια Λεμόνια Λεμόνια Λεμόνια” στο Θέατρο 104
Γράφει η Στεφανία Τσουπάκη
21/03/24
Ένα μικρό σεμινάριο δραματικής τέχνης αυτό το έργο. Δυο νέοι ηθοποιοί κινητικοί κι εκφραστικοί, ένα λιτό σκηνικό με πολλά λειτουργικά αντικείμενα τοποθετημένα σε σειρά δεξιά κι αριστερά, μια κεντρική και πολλές επιμέρους ιδέες κι αμέτρητες εναλλασσόμενες σκηνές τοποθετημένες στο timeline της ζωής των δύο ηρώων. Διάλογοι σύντομοι, καθημερινοί, καταιγιστικός ρυθμός, πολλές δυνατότητες ταύτισης. Και ο προβληματισμός … αναπόφευκτος.
Το έργο δεν έχει ούτε 10 χρόνια που πρωτοπαρουσιάστηκε και αν αυτό που κυρίως πραγματεύεται φάνταζε τότε υπερβολικό, σήμερα σαφώς συζητάμε την πιθανότητα μιας τέτοιας μελλοντικής δυστοπικής κοινωνίας. Τι γίνεται όταν την εποχή του θριάμβου της επικοινωνίας η κυβέρνηση περνά ένα Νόμο Σιωπής που περιορίζει το λεξιλόγιο των πολιτών σε 140 λέξεις την ημέρα? Κάτι σαν τον κανόνα του Twitter αλλά στην πραγματική ζωή. Διαμαρτυρόμαστε θα μου πείτε. Κι όμως εδώ ο νόμος φαίνεται να επικρατεί και οι ήρωες της ιστορίας, ο Όλιβερ και η Μπερναντέτ, θα πρέπει να προσαρμοσθούν και να προχωρήσουν.
Μια ρομαντική γνωριμία σ ένα κοιμητήριο κατοικιδίων είναι η αρχή της ιστορίας. Όμως αυτή την σκηνή την βλέπουμε πολύ αργότερα, σ αυτή τη μη γραμμική αφήγηση που παρακολουθούμε. Εκείνη, ξεκινά την καριέρα της σαν ασκούμενη δικηγόρος , εκείνος είναι άσημος μουσικός και ταυτόχρονα ένας ακτιβιστής με άποψη και φωνή. Νέοι κι οι δυο μέσα στην αρένα της ζωής, νιώθουν πρώτα την έλξη μετά έρχεται το συναίσθημα κι αποφασίζουν να συμπορευτούν. Δεν είναι εύκολο . Πρέπει να ξεπεράσουν παλιά πρόσωπα που τους σημάδεψαν, να δώσουν χρόνο και χώρο ο ένας στον άλλον, να βρουν τον δικό τους τρόπο να εκφραστούν μέσα στο καινούργιο πλαίσιο. (Το παράδειγμα της Μπερναντέτ με τον τρίφτη τυριού είναι θεικό.) Μέχρι εδώ οι καταστάσεις είναι γνώριμες και μας κάνουν να χαμογελάμε.
Μετά, έρχεται αυτός ο περιορισμός που θα τους μπερδέψει, θα τους ανησυχήσει , θα τους αποσυντονίσει. Δεν είναι και λίγο να προσπαθείς να κρατήσεις λέξεις για το ταίρι σου όταν η δουλειά, οι συναναστροφές, η καθημερινότητα απομυζούν αχόρταγα το λεκτικό κεφάλαιο της κάθε μέρας. Σπατάλες σαν τα επαναλαμβανόμενα Λεμόνια του τίτλου τινάζουν στον αέρα τον γλωσσικό προγραμματισμό. Στην αρχή, επιστρατεύουν όλη την ευρηματικότητά τους και πειραματίζονται συνεχώς επινοώντας τεχνικές επικοινωνίας όμως, τελικά, παραδίδονται στην ανελέητη αυτή δοκιμασία περιορισμού και χειραγώγησης.
Σίγουρα ένα αρκετά σουρεαλιστικό δραματουργικό εγχείρημα. Με μοναδικό μείον αυτά τα πέρα δώθε στο χρόνο του κειμένου που πρέπει να μάθεις να τακτοποιείς μέσα στο κεφάλι σου, η σκηνοθέτης Βαρβάρα Νταλιάνη δούλεψε καλά με τους δυο εξαιρετικούς ηθοποιούς που είχε στην διάθεσή της και μας έδωσε μια παράσταση με ωραίες ποιότητες και αρκετές δυνατές στιγμές. Δεδομένων των πολυάριθμων σκηνών και του γρήγορου ρυθμού που είχαν, δεν μπορείς παρά να θαυμάσεις την συνέπεια με την οποία κατάφεραν να φέρουν εις πέρας την αποστολή « Λεμόνια Χ5» .
Η Λίνα Πάτσιου, έχοντας πραγματικά την όψη μιας Μπερναντέτ (όπως χαριτωμένα της εξομολογείται ο Όλιβερ) είναι το όμορφο δροσερό κορίτσι που μπαίνει στη νέα σχέση όχι αβασάνιστα, θέλοντας να την χτίσει πάνω σε γερά θεμέλια. Έχει φιλοδοξίες επαγγελματικής εξέλιξης πράγμα που την κάνει λίγο πιο μετρημένη στην δημόσια συμπεριφορά της, όμως ανησυχεί πραγματικά για το πως θα συνεχίσει να δίνει στον έρωτά της την συναισθηματική του διάσταση χωρίς την βοήθεια των λέξεων.
Ο Νίκος Κουκάς είναι ένας ορμητικός Όλιβερ, συχνά υπερβολικός και χαριτωμένα ανακόλουθος. Είναι ο ακτιβιστής που διαδηλώνει και θα διαδηλώνει με φλόγα και συνέπεια. Είναι πεπεισμένος ότι η στέρηση του λόγου βαραίνει περισσότερο την εργατική τάξη που πρέπει ν αποδείξει την αξία της και να διεκδικήσει το μέλλον της.
Οι διαφορές ανάμεσα στους δύο διαφαίνονται νωρίς όμως θα επιμείνουν συγκινητικά για χάρη της αγάπης. Ο Νόμος της Σιωπής ξέρει να τους πεισμώνει αλλά μπορεί και να τους απομακρύνει ταυτόχρονα, καθώς ο χρόνος κυλά.
Ήταν μια παράσταση ενδιαφέρουσα, ευχάριστη, ευρηματική, ρυθμική. Η δυστοπία σκιαγραφείται με χιούμορ και σχετικά ανάλαφρη διάθεση. Αν και αυτό που στην πραγματικότητα περιγράφεται είναι η δύναμη του λόγου, το πως αυτός ενώνει, πλουτίζει, απελευθερώνει τους ανθρώπους. Παρά την άσκοπη σπατάλη του ή την επιφανειακή υπερχρήση του- σημάδια της εποχής- η απουσία του γεννά απογοήτευση απομόνωση και ψυχικό μαρασμό.