Συνεντεύξεις

Συνέντευξη – Δεκάλογος με την ομάδα Elephas – Tiliensis

Συνέντευξη στην Ελένη Αντωνίου
16/03/23

Ιδρύθηκαν το 2013 ανεβάζοντας το διήγημα της Ζυράννας Ζατέλη, Περσινή Αρραβωνιαστικιά. Από τότε η Δέσποινα Αναστάσογλου και ο Δημήτρης Αγαρτζίδης, μαζί με πλήθος εκλεκτών συνεργατών, αποτελούν μια από τις πιο δυναμικές και καλλιτεχνικά παρούσες θεατρικές ομάδες στον πολιτιστικό παλμό της χώρας. Με συνεργασίες από το Θέατρο Τέχνης και το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαυρου παραμένουν πάντα ανήσυχοι και καλλιτεχνικά και κοινωνικά ευαίσθητοι. Φέτος οι Elephas Tiliensis ανεβάζουν για δεύτερη χρονιά τη Ζάχαρη, ένα πρωτότυπο έργο του Δημήτρη Αγαρτζίδη κι εμείς ανυπομονούμε να τους μάθουμε καλύτερα.

– Γιατί επιλέξατε να δημιουργήσετε τους Elephas Tiliensis?
Ήταν μια κοινή μας απόφαση που πυροδοτήθηκε ως αφορμή από το διήγημα την Ζυράννας Ζατέλη «Περσινή αρραβωνιαστικιά» και τη συνάντησή μας με τη συγγραφέα. Η συνάντηση αυτή μας έδωσε την ώθηση ώστε η ιδέα να σχηματίσουμε την ομάδα να πάρει σάρκα και οστά. Η ανάγκη η βαθύτερη ήταν η ανάγκη να δώσουμε σώμα στη σκέψη μας σε σχέση με το θέατρο και να ανοίξουμε έναν δρόμο επικοινωνίας με τους ανθρώπους γύρω μας μέσω της σκηνικής πράξης.

– Πόσο εύκολο είναι μια αυτοδύναμη θεατρική ομάδα να χαράξει μια πορεία όπως η δική σας και ποιές ήταν οι σοβαρότερες δυσκολίες που συναντήσατε;
Το να κάνεις τέχνη στην Ελλάδα είναι μια δύσκολη υπόθεση έτσι κι αλλιώς, γιατί δεν αποτελεί μια προτεραιότητα σε πολιτικό επίπεδο, οπότε οι βασικές δυσκολίες, όπως πάντα, είναι οι πρακτικές. Όταν δημιουργήσαμε εμείς στην ομάδα ήταν η περίοδος που είχαν σταματήσει οι κρατικές επιχορηγήσεις και καταλαβαίνετε ότι είναι πολύ δύσκολο να υπάρξει ερευνητικό θέατρο χωρίς την υποστήριξη των θεσμών. Υπήρχε, όμως, πάντα και εξακολουθεί να υπάρχει μια πολύ μεγάλη επιθυμία και ταυτόχρονα μια ικανότητα των ανθρώπων να δίνουν όλες τους τις δυνάμεις στο θέατρο, έστω κι αν είναι αυτό πολλές φορές τους εξαντλεί. Πάντα όμως από το ίδιο το αντικείμενο υπάρχει μια ψυχική ανταπόδοση και έτσι καταφέρνεις να παραμερίσεις την κούραση γύρω από τα πρακτικά, η οποία δεν παύει να είναι πάρα πολύ σημαντικός παράγοντας εννοείται, γιατί είναι εργασία και η εργασία πρέπει να αμείβεται. Το καλό είναι ότι από τις πρώτες παραστάσεις μας είχαμε την χαρά να έχουμε πάντα κόσμο και να δημιουργείται έτσι ένα ενεργό κοινό που πολλαπλασιάζεται και μας δίνει δύναμη να συνεχίζουμε.

– Αν παρακολουθήσει κανείς την πορεία σας είναι εύκολο να καταλάβει την ιδιαίτερη προτίμηση σας προς τα νεοελληνικά κείμενα, η χρονιά που διανύσαμε, ωστόσο, κάθε άλλο παρά ενδεικτική των νεολληνικών έργων ήταν. Ποιες είναι οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει κανείς όταν έχε να διαχειριστεί κείμενα όπως η Νύχτα της Κουκουβάγιας και ποιες όταν έχει να διαχειριστεί τον Οδυσσέα του Τζόυς, φερ ειπείν.
Οι επιλογές των έργων έχουν να κάνουν πιο πολύ με τη στιγμή και τη συνθήκη που καθορίζει τη σκέψη μας και τη ζωή μας την εκάστοτε περίοδο. Οπότε δεν καθορίζει ποτέ την επιλογή αν είναι κάτι ελληνικό ή ξένο. Το αποτέλεσμα μέχρι στιγμής είναι ότι είναι μοιρασμένα τα κείμενα στις δουλειές μας και επειδή έχει να κάνει με την αναγκαιότητα της στιγμής γι’ αυτό νομίζω πολλές φορές μπορεί να είναι και ετερόκλητα μεταξύ τους. Και όσο κι αν φαίνεται ότι υπάρχει ένα άλμα από τη μία επιλογή στην άλλη πάντα υπάρχει ένα εσωτερικό νήμα που τα συνδέει και βγάζει νόημα. Σε κάθε περίπτωση με κάθε κείμενο ξεκινάς από την αρχή, είτε αυτό είναι ελληνικό είτε είναι ξένο, και καλείσαι κάθε φορά να κοιτάξεις μέσα στον πυρήνα του προκειμένου να καταφέρεις να μιλήσεις γι’ αυτόν τον πυρήνα στους θεατές που θα παρακολουθήσουν την παράσταση.

-Στους λογοτεχνικούς κύκλους συνήθως ακούμε ότι, πλέον, η παραγωγή των νεοελληνικών έργων δεν είναι μεγάλη, όχι γιατί δεν έχουμε δείγματα γραφής, αλλά γιατί συνήθως οι συγγραφείς εκτονώνουν την πένα τους σε μια προσπάθεια κατάθεσης του προσωπικού/υπαρξιακού προβλήματος του, τι θα θέλατε ως δημιουργοί να δείτε από τη σύγχρονη νεοελληνική δραματουργία.
Είναι πολύ θετικό τα τελευταία χρόνια ότι υπάρχει μια ώθηση στην νέα ελληνική δραματουργία. Δηλαδή, γράφονται έργα και είτε κάποια μας αρέσουν είτε δεν μας αρέσουν είναι πολύ σημαντικό ότι γράφονται για να μπορέσουν να βρουν φωνή οι γενιές που ζουν στο σήμερα προκειμένου να μπορέσουν να καθρεφτίσουν αυτό που μας συμβαίνει και να μπορούν να αποκωδικοποιήσουν το σήμερα για όςοες/ους θα διαβάζουν τα κείμενα αυτά μετέπειτα. Πέρα δηλαδή από το προσωπικό μας γούστο σημασία έχει να μπορούν οι συγγραφείς να αρθρώνουν τον λόγο τους και να βρίσκουν επαφή με τον έξω κόσμο. Και από την άλλη οι θεατές ανταποκρίνονται στα νεοελληνικά έργα γιατί προφανώς αναγνωρίζουν μέσα σε αυτά τον εαυτό τους. Η τελική αποτίμηση θα γίνει, ούτως ή άλλως, αργότερα.

– Υπάρχει ένα κομμάτι σας που νοιώθετε ότι θεραπεύεται κάθε φορά που ανεβάζετε μια παραγωγή;
Κάθε παράσταση είναι μία κατάθεση προσωπική, με την έννοια ότι εμπλεκόμαστε ολόκληροι και αντικατοπτρίζει κάθε παράσταση μια σκέψη μας σε σχέση με το κείμενο που καταπιανόμαστε κάθε φορά. Δεν είναι καθόλου στόχος μας να θεραπευόμαστε μέσω των παραστάσεων. Καλό είναι αυτό να γίνεται μέσω της ψυχοθεραπείας και όχι μέσω του θεάτρου. Το θέατρο βέβαια μπορεί να θεραπεύσει αυτόν που έρχεται να το δει γιατί είναι ένας καθρέφτης της καθημερινότητάς του, μιας ζωής που προσδοκούσε, ή μιας ζωής που απέρριψε και έτσι έχει τη δυνατότητα να γίνεται μέτοχος σε συνθήκες και καταστάσεις που δεν θα μπορούσε να μπει ή να αφεθεί. Για να συμβεί όμως αυτό, αυτός που παράγει θέατρο είναι καλό να έχει θεραπεύσει δικά του κομμάτια για να μπορεί να τα επεξεργάζεται και να τα διυλίζει ώστε να προσφέρονται καθαρά στον θεατή.

– Δέσποινα, τι σε συν- κίνησε στο κείμενο του Δημήτρη και θέλησες κι εσύ να ανεβάσετε αυτό το έργο;
Καταρχάς ήμουν πολύ ενθαρρυντική στην ιδέα του να πάρει μορφή η σκέψη που είχε ο Δημήτρης σε σχέση με την ιστορία της «Ζάχαρης». Με συγκινεί πολύ το πρόσωπό της αδερφής που είναι και ο ρόλος καταλύτης του κειμένου και νομίζω ακόμα πιο πολύ με συγκινεί ότι καταφέρνει να μιλήσει σε βάθος χρησιμοποιώντας ένα μαύρο χιούμορ που φανερώνει πράγματα και εκθέτει τη ζωή πολύ πιο αποκαλυπτικά απ’ όσο αν το κείμενο αυτό περνούσε μέσα από ένα φίλτρο δράματος ή ψυχολογικού θρίλερ. Βρίσκω πολύ καίρια την επιλογή να γραφτεί ως μαύρη κωμωδία εν ολίγοις.

– Ποια είναι η μεγαλύτερη παθογένεια της Αγίας Ελληνικής οικογένειας ;
Είναι ένα φαινόμενο η ελληνική οικογένεια, το ξέρουμε και το ζούμε καθημερινά όλοι. Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της νομίζω η συγχώνευση με τα παιδιά. Ξεκινάμε όλοι από μικρά παιδιά και ακούμε τι πάθαμε σήμερα, τι κάνουμε στο σχολείο, τι μαθήματα έχουμε, τι μας είπε ο τάδε, όλα εκφέρονται και εκφράζονται σε έναν πρώτο πληθυντικό, οπότε είναι πολύ δύσκολο να διαχωρίσει το παιδί τον εαυτό του από τους γονείς του, καθώς οι γονείς του είναι πολύ δύσκολο να διαχωρίσουν τον εαυτό τους από το παιδί τους. Και μετά είναι πολύ δύσκολο το θέμα του απογαλακτισμού με το οποίο δεν είμαστε καθόλου εξοικειωμένοι και προτιμάμε να κρατάμε τα παιδιά μας μέχρι το δικό μας τέλος προκειμένου να αισθανόμαστε εμείς καλά. Ελπίζω σιγά-σιγά όσο περνούν οι γενιές και αλλάζει η σκέψη και υπάρχει και μια ψυχολογική εκπαίδευση καλύτερη σε όλους μας ότι όλα αυτά σιγά-σιγά θα αναμορφωθούν και θα φτιάξουμε μια κοινωνία λίγο πιο φιλική στα παιδιά και στους μελλοντικούς ενήλικες.

– Τι θα θέλατε να αποκομίσει ένας θεατής που βλέπει την παράσταση; Ποιο είναι το πιο ηχηρό της μήνυμα;
Δεν θα ήθελα να καθοδηγήσω κάποιον σε σχέση με το ποιο μήνυμα θα πάρει από το τη «Ζάχαρη», γιατί έτσι θα μπορούσα να του στερήσω μία δική του οπτική φυτεύοντάς του μια προκατάληψη. Αυτό που θέλω πάντα είναι ο κάθε θεατής να έρχεται μέσα στην αίθουσα όσο γίνεται πιο ανοιχτός, ένα άγραφο χαρτί όπως λέμε, για να μπορέσει να δέχεται το ερέθισμα της εκάστοτε παράστασης ώστε να επεξεργαστεί μετά τα ερεθίσματα αυτά όπως είναι καλύτερα και πιο ωφέλιμα για τον ίδιο.

– Γιατί να έρθει κάποιος να δει τη Ζάχαρη;
Να έρθει κάποιος να δει τη «Ζάχαρη» για το χιούμορ της, για τον τρόπο που φανερώνει τις ανθρώπινες και τις οικογενειακές σχέσεις και δεν τις κουκουλώνει, καθώς και για τον τρόπο που βρίσκονται οι ηθοποιοί πάνω στη σκηνή την ώρα της παράστασης.

– Ποιο είναι το μεγαλύτερο θεατρικό σας όνειρο για του Elephas Tiliensis;
Δεν υπάρχει ένα όνειρο σε σχέση με κάποιο κείμενο ή με κάποιο έργο παραδείγματος χάριν. Υπάρχει όμως η επιθυμία να μπορούμε να είμαστε πάντα ενεργοί και εναργείς για να μπορούμε να αντιλαμβανόμαστε αυτό που συμβαίνει γύρω μας όσο γίνεται πιο ευαίσθητα και να μπορούμε να δημιουργούμε παραστάσεις που μπορούν να απευθύνονται και έχουν νόημα για την/τον θεατή που θα έρθει να τις δει.

– Ποιο είναι το δυσκολότερο κομμάτι του να αναλαμβάνει κανείς σχεδόν όλους τους ρόλους σε μια παραγωγή.
Είναι κάτι αναπόφευκτο όταν οι παραγωγές στην Ελλάδα γίνονται με αυτά τα budget να αναλαμβάνει κάποιος/κάποια πολλούς ρόλους. Το ανακουφιστικό είναι ότι βρίσκουμε πάντα πολύ αξιόλογους συνεργάτες σε κάθε θέση, οι οποίοι, όσο κι αν εμείς έχουμε την κεντρική διαχείριση και οργάνωση των πραγμάτων, είναι πάντα πολύ βοηθητικοί και δίνουν τον καλύτερό εαυτό τους τόσο καλλιτεχνικά όσο και σε ανθρώπινο επίπεδο. Και αυτό είναι πάντα ένα πολύ μεγάλο κέρδος.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.