Συνεντεύξεις

Συνέντευξη – Κωνσταντίνος Αβράμης και Ελένη Νιωτάκη

Συνέντευξη στην Νατάσσα Μαχπούπ
22/01/24

αγωνία ιερή. μία ritual performance για την ανωφερή δύναμη που απελευθερώνει από την καταπίεση του δυτικού, μηχανοποιημένου τρόπου ζωής. συνυφαίνοντας τα ιδεώδη που παρακίνησαν το έργο της Εύας Palmer – Σικελιανού με μία αιχμηρή κριτική για τις αμφιλεγόμενες στιγμές της ιστορίας της, η νέα παραγωγή της Ομάδας Θέατρο Πρόταση αποτελεί μια σπουδή στη γυναίκα που γεφύρωσε τον αρχέγονο κόσμο με τον σύγχρονο και αναβίωσε το αρχαίο δράμα.

Για την πολύ ενδιαφέρουσα αυτή παράσταση μας μίλησαν η Ελένη Νιωτάκη και ο Κωνσταντίνος Αβράμης, ερμηνεύτρια και σκηνοθέτης της παράστασης.

– Για ποιο λόγο επέλεξες να υποδυθείς την Εύα Πάλμερ Σικελιανού εφόσον δεν υπάρχουν σημεία -τουλάχιστον ευδιάκριτα- ταύτισης με την ίδια την ηρωίδα.
Ελένη: Η δραματουργική γραμμή, η ύφανση αυτής της παράστασης είναι κάπως πιο περίπλοκη, καθώς έχουμε να κάνουμε με ένα αφηγηματικό πρόσωπο, μέσα στο οποίο δημιουργείται χώρος και χρόνος για να υπάρξουν διάφορες επιμέρους φωνές. Κυρίαρχη αυτών είναι εκείνη της Εύας, φυσικά, αλλά στόχος μας δεν ήταν ποτέ να ενσαρκώσω την ίδια. Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, νομίζω ότι δεν έχει σημασία, αλλά ούτε και ενδιαφέρον να προϋπάρχει μία οποιαδήποτε “ταύτιση” με τους ρόλους που επιλέγουμε ή μας επιλέγουν. Η μαγεία κρύβεται αρχικά στην διαρκή και κοπιώδη προσπάθεια προσέγγισης και κατανόησης ενός γριφώδους πλάσματος, και εν συνεχεία στη μεταμόρφωση των επί σκηνής σωμάτων σε αυτό που η ίδια η ιστορία έχει ανάγκη, προκειμένου να κοινωνηθεί.

– Ποια στοιχεία έχετε αντλήσει από τον σκηνοθετικό ρόλο της;
Κωνσταντίνος: για τον τρόπο που δούλευε η Εύα ως σκηνοθέτης, ξέρουμε πως αντιλαμβανόταν τον εαυτό της όχι ως μια κυρίαρχη φιγούρα που επιβάλλει ένα όραμα, αλλά ως συναρμόστρια διαφορετικών ονείρων. Αυτό που εγώ αναγνωρίζω ως σκηνοθεσία είναι ο τόπος συνάντησης του σώματος, της φωνής, της αφήγησης, των τεχνικών μέσων και του κοινού. Η Εύα υπηρέτησε την ιδέα του Άγγελου Σικελιανού, υποστήριξε το όραμα του Κωνσταντίνου Ψάχου, συνεργάστηκε με την Αγγελική Χατζημιχάλη, μελέτησε αρχαϊκά ευρήματα και βάσισε σε αυτά τις χορογραφίες των παραστάσεών της, που θα πει: δεν επινόησε τίποτε. Στην παράστασή μας δεν επινοείται τίποτε: η ιστορία της Εύας Palmer Σικελιανού συναντιέται με την τεχνική του Θεόδωρου Τερζόπουλου, τη μουσική της Δέσποινας και τις αρετές του χώρου όπου παίζεται η παράσταση και ό,τι προκύπτει αποτελεί, ως προς τη σκηνοθεσία του, μια σύνθεση των ετερόκλητων αυτών στοιχείων.

– Ποια διαδικασία έρευνας ακολουθήσατε για να συγκεντρώσετε στοιχεία για την Εύα Πάλμερ Σικελιανού; Ήταν δύσκολη η εύρεση του υλικού και από ποια τεκμήρια εμπνευστήκατε συγκεκριμένα; Όντας θεατρολόγος κατανοώ ότι ήταν επίπονη η διαδικασία εύρεσης υλικού που χρονολογείται περί το 1950 ή και παλιότερα το 1927…
Ελένη: Ο σπόρος της επιθυμίας να διερευνήσουμε περαιτέρω το “αντικείμενο” Εύα Πάλμερ Σικελιανού, φυτεύτηκε κατά την πρώτη μας επίσκεψη στο Μουσείο Άγγελου Σικελιανού στη Λευκάδα τον Σεπτέμβριο του 2021. Το σημαντικότερο τεκμήριο της έρευνάς μας που λειτούργησε ως σκελετός για την σύνθεση του έργου μας, αποτέλεσε το βιβλίο που κυκλοφόρησε η καθηγήτρια Άρτεμις Λεοντή την επόμενη άνοιξη, με τίτλο “Εύα Πάλμερ Σικελιανού, Υφαίνοντας τον μύθο μιας ζωής”. Πρόκειται για το απόσταγμα της πιο λεπτομερούς και ολοκληρωμένης έρευνας που έχει γίνει γύρω από τη ζωή και το έργο της Εύας μέχρι σήμερα. Εμείς, βέβαια, από την πλευρά μας, οφείλαμε να διασχίσουμε το προσωπικό μας μονοπάτι αναζήτησης και να ανακαλύψουμε όλα τα στοιχεία και οι ίδιοι, αθώα, από το μηδέν. Ο Κωνσταντίνος κατέβαλε μεγάλες προσπάθειες για να αποκτήσει όποιο πρωτογενές ή δευτερογενές υλικό σχετιζόταν με την ιέρεια των Δελφών, προκειμένου το αποτέλεσμά μας να είναι απολύτως εμπεριστατωμένο. Μέσα από μία περιπετειώδη διαδικασία, με αναζήτηση σε εξαντλημένες εκδόσεις, πρόσβαση σε μοναδικά αντίτυπα από ιδιωτικές βιβλιοθήκες, αγορά ξεχασμένων περιοδικών από προσωπικές συλλογές, βαθιά μελέτη οπτικοακουστικού υλικού, κατάφερε να συγκεντρώσει οτιδήποτε έχει γραφτεί/αποτυπωθεί και αφορά την Εύα Πάλμερ Σικελιανού• από γράμματα των οποίων υπήρξε αποστολέας ή παραλήπτης μέχρι την πιο έμμεση αναφορά του ονόματός της σε εφημερίδες της εποχής. Όπως αντιλαμβάνεστε κι εσείς, ήταν πράγματι μία κοπιαστική και χρονοβόρα διαδικασία, τα αποτελέσματα της οποίας δεν προλαβαίνουμε να απαριθμήσουμε τώρα εδώ. Για όποιον, ωστόσο, επιθυμεί να λάβει περισσότερες πληροφορίες, όλες οι πηγές που αξιοποιήσαμε, παρατίθενται αναλυτικά και στο παράρτημα της βιβλιογραφίας του βιβλίου μας “αγωνία ιερή” που είχαμε την μεγάλη χαρά να κυκλοφορήσει από την Κάπα Εκδοτική.

– Αναφορικά με το σκηνοθετικό στήσιμο της παράστασης, πόσο πολύ σας επηρέασε το οπτικοακουστικό υλικό ή οι εικόνες από τα σκηνοθετικά εγχειρήματα της Εύας Πάλμερ;
Κωνσταντίνος: ευτυχώς καθόλου. Κάπου στην αυτοβιογραφία της, η Εύα γράφει «δεν θέλω να αντιγράψω, να μιμηθώ. Θέλω να εμπνευστώ από αυτό και να το αναδημιουργήσω εντός μου». Πολλές παραστάσεις με ιστορικό ή βιογραφικό θέμα εκπίπτουν στον εύκολο ακαδημαϊσμό. Αυτό δεν μας αφορά. Κατ’ αρχάς, η Εύα δούλευε πολύ με τον χορό και εμείς είχαμε χορό μόνο στην εκδοχή της Λευκάδας ― αλλά και εκεί ακόμη: αλίμονο αν εργαστούμε σήμερα με τις ίδιες τεχνικές που εργάστηκε εκείνη σχεδόν εκατό χρόνια πριν. Θα ήταν γελοίο. Οι παραστατικές τέχνες αποτελούν συνάντηση των συντελεστών με το κοινό. Τίποτε το αρχαίο δεν χωρά σε αυτές.

– Πόσο πολύ σας επηρέασαν οι απόψεις της Εύας Σικελιανού Πάλμερ στην δική σας θεώρηση για το θέατρο και την τέχνη γενικότερα;
Ελένη: Η Εύα κατάφερε να γίνει για μένα ο φάρος στον οποίο θα επιστρέφω κάθε φορά που η πίστη μου κλονίζεται. Η τέχνη δεν υπάρχει απλώς για να δίνει όμορφα αισθητικά αποτελέσματα, “η ματαιοπονία της ωραία, ωραιότερη από τις πρακτικότητες, απαιτεί φθορά και μόχθους”. Το ότι οι άνθρωποι και οι κοινωνίες μπορούν να αλλάξουν μέσω αυτής, είναι μια βαθιά μου πίστη που από πολλούς θεωρείται ουτοπική, όπως ουτοπικό θεωρήθηκε και το όραμα της Εύας. Αυτό, όμως, δεν την εμπόδισε καθόλου από το να το κυνηγάει μέχρι τέλους, όπως ελπίζω να κάνω κι εγώ.

– Για ποιο λόγο στο στα προλογικά σημεία της παράστασης αναφέρεται την Εύα Πάλμερ ως queer. Ποια πιστεύετε ότι είναι τα queer στοιχεία της;
Κωνσταντίνος: Είναι σημαντικό να αναφερθεί: η λέξη queer δεν αναφέρεται πουθενά στο έργο. Χαρακτηρισμούς χρησιμοποιούμε στα δελτία τύπου, στις περιγραφές της παράστασης, στις συνεντεύξεις μας. γιατί θεωρούμε πως η Εύα υπήρξε ουσιαστικά, βαθιά queer. Η ρευστότητά της είναι ασύλληπτη: συμμετείχε σε σαπφικά όργια, την ήλξε η Πηνελόπη Σικελιανού αλλά παντρεύτηκε τον Άγγελο και, όταν έγραψε την αυτοβιογραφία της, παρέλειψε να αναφερθεί στο σαπφικό παρελθόν της. Εξ άλλου, υπήρξε εξίσου ρευστή και σε επίπεδο εθνικότητας, πολιτικών απόψεων, κοινωνικής δράσης. Ο χαρακτηρισμός queer όμως δεν μπορεί να ενταχθεί στο κειμενικό σώμα, δεν αποτελεί γεγονός, δεν εκφέρεται από τα χείλη της• ίσως το κοινό να συμφωνήσει μαζί μας που της αποδίδουμε αυτόν τον χαρακτηρισμό, αλλά η γλώσσα είναι επιστήμη και εξελίσσεται, και ο γλωσσικός όρος queer δεν είχε επινοηθεί όσο ζούσε η Εύα

– Ποια είναι τα επόμενα επαγγελματικά σχέδια; Θα επιχειρούσατε να “ξαναζωντανέψετε” κάποιον άλλον σπουδαίο θεατράνθρωπο του ελληνικού θεάτρου;
Κωνσταντίνος: Ποτέ και σε καμία περίπτωση. Ούτε με αυτήν την ιστορία ήξερα πως θα ασχολούμουν ποτέ. Γενικά όλο αυτό με το ξαναζωντάνεμα μου ακούγεται λίγο μετα-αποκαλυπτικό, λίγο ταινία τρόμου. Δεν τους ταράζω πολύ τους νεκρούς και τις νεκρές. Κάπως με έναν τρόπο η ίδια η παροντικότητα, ο εφήμερος χαρακτήρας του θεάτρου, προεκτείνεται και προς τους και τις ανθρώπους του. Έζησαν, δημιούργησαν, μάγεψαν, πέθαναν, τέλος. Δεν μπορώ να δω μια παράσταση του Κουν, για παράδειγμα, γιατί να προσπαθήσω να δω κάτι για τον ίδιο; θα μου πείτε γιατί κάνω αυτήν την παράσταση ― εύλογα. Για να ξορκίσω το παρελθόν, να κλείσω, αν θέλετε, τους λογαριασμούς μου με τις καταβολές και τα δάνεια προς τους μεγαλύτερους. «Να σκοτώσουμε τους γονείς μας» που γράφει και ο Δημητριάδης.

– Πείτε μας ένα στοιχείο που μάθατε για τη ζωή της και σας τράβηξε το ενδιαφέρον….
Ελένη: Το ότι ήταν μία αληθινή ιδεαλίστρια που δεν χάθηκε σε αφηρημένες έννοιες. Είναι γνωστό ότι πίστευε πολύ στη σημασία κάθε μορφής πολιτισμού και το απέδειξε εμπράκτως με όλους τους τρόπους• διατηρώντας, συντηρώντας, εξελίσσοντας. Αυτό που δεν είναι, ίσως, τόσο γνωστό αφορά την κοινωνικοπολιτική της δράση, η οποία ήταν παραπάνω από ενεργή και καθόλου συγκρατημένη, όπως μπορείτε να αντιληφθείτε και μέσα από την “αγωνία” μας. Υπήρξε ένα αιθερικό φτιαγμένο από “ύλη που αντιστέκεται”, και την αντίφαση αυτή τη βρίσκω άκρως σαγηνευτική.

– Ποια είναι τα επόμενα επαγγελματικά σχέδια σας;
Κωνσταντίνος: Ουφ, τα πάντα. Τα πιο άμεσα είναι πως συντονίζω ένα εργαστήρι δραματουργίας, ενώ έχουμε ήδη ξεκινήσει πρόβες για μια δουλειά που θα κάνει πρεμιέρα τον Μάιο και θα αφορά στις μορφές βίας που κυοφορούνται μέσα στη γλώσσα. Εκεί θα δείτε επί σκηνής τρεις ηθοποιούς και μία μουσικό, σε μία πολύ διαφορετική παράσταση, πολύ πιο σύγχρονη και, αν θέλετε, σκληρή.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.