Συνεντεύξεις

Συνέντευξη – Μαρία Μπαλούτσου

Συνέντευξη στον Περικλή Μπίκο
14/11/23

Η Μαρία Μπαλούτσου είναι ηθοποιός. Ιδρυτικό μέλος της Ομάδας Ab ovo που μας χάρισαν μερικές εξαιρετικές δουλειές και οργανώτρια του Bob Theatre Festival που άλλαξε για πολλούς την οπτική για το πως αντιλαμβάνονταν μέχρι εκείνη την στιγμή το θέατρο. Τα τελευταία 2 χρόνια συνεργάζεται ξανά με τον Johnny O (Γιάννη Οικονομίδη) μετά τον mπατλερ στην παράσταση Scarmface. Υποδύεται την Betty, μια μοιραία και αδίστακτη γυναίκα τα χρόνια της ποταπαγόρευσης σε μία noir σατιρική παντομίμα που αξίζει να παρακολουθήσετε. Με αφορμή αυτή την παράσταση μιλήσαμε για την ομορφιά, για την θέση της γυναίκας στην σημερινή κοινωνία αλλά και για την ίδια και την ζωή της.

– Η πρώτη μου φορά που σας συνάντησα επί σκηνής ήταν σε μια παράσταση που προσωπικά είχα ξεχωρίσει και αγαπήσει, τις Στρατηγικές Επιβίωσης στο ΚΕΤ το 2016. Πόσο έχετε αλλάξει μέσα σε αυτά τα χρόνια;
Χαίρομαι πάρα πολύ που αγαπήσατε αυτήν την παράσταση. Για μένα είναι από τις πιο ξεχωριστές δουλειές που έχω κάνει ποτέ. Εκτός του ότι ήταν πολύ διαφορετική υποκριτικά με ό,τι είχα κάνει μέχρι τότε, με έκανε επίσης να αναζητήσω και ένα άλλο είδος θεάτρου. Μέχρι εκείνη την περίοδο, έκανα περισσότερο θέατρο φόρμας, θα έλεγα, αλλά μετά από τις Στρατηγικές, άρχισε να με ενδιαφέρει πιο πολύ ο ρεαλισμός και η απλότητα. Νομίζω ότι αυτό έρχεται και με την ηλικία. Όσο μεγαλώνουμε, τόσο πιο απλά και αληθινά θέλουμε να είναι τα πράγματα γύρω μας.
Και φυσικά έχω αλλάξει και μάλιστα ελπίζω να έχω αλλάξει και πολύ! Μέσα σε αυτά τα χρόνια, μεγάλωσα τα παιδιά μου, δούλεψα με τον εαυτό μου, συγκρούστηκα μαζί του και νομίζω ότι πλέον είμαι σε μια από τις πιο συνειδητοποιημένες περιόδους της ζωής μου και προσωπικά και επαγγελματικά.

– Καταπιαστήκατε με διάφορα θεατρικά είδη. Από το scratch και τον αυτοσχεδιασμό, σε διοργάνωση θεατρικών δείπνων με δολοφονικές συνήθειες και τώρα στην μιμητική με το Scarmface. Σας αρέσει να τσαλακώνεστε και να δοκιμάζετε νέα πράγματα;
Να τσαλακώνομαι, δεν ξέρω. Είναι μια φράση να σας πω την αλήθεια που δεν την καταλαβαίνω. Αν εννοούμε στην εξωτερική εμφάνιση, ναι, στη δουλειά δεν με αφορά πώς φαίνομαι, αλλά πόσο καλή είμαι σε αυτό που έχω αναλάβει να κάνω. Ο μεγάλος μου τρόμος είναι η στασιμότητα. Γι’ αυτό και θέλω συνεχώς να κάνω διαφορετικά πράγματα. Γιατί έτσι μου δίνεται η δυνατότητα να μαθαίνω κάτι καινούριο και να εξελίσσομαι.

– Φέτος σας συναντάμε για 2η χρονιά στο Scarmface του Γιάννη Οικονομίδη, μια σατιρική παντομίμα ή έναν θεατρικό βωβό ζωντανό κινηματογράφο. Σας δυσκόλεψε κάτι ώστε να προσεγγίσετε το συγκεκριμένο είδος σωματικού θεάτρου;
Με δυσκόλεψε και μάλιστα πολύ. Η πρώτη μου επαφή με το βωβό σαν ηθοποιός, ήταν πριν από τρία χρόνια όταν κάναμε την παράσταση mπάτλερ με τον Johnny O (aka Γιάννη Οικονομίδη). Εκεί μετά από πολλές πρόβες κατάφερα να κατανοήσω πως πρέπει να είναι το παίξιμο σε ένα τέτοιο είδος θεάτρου. Απαιτεί διαφορετικό ρυθμό από το ομιλούν παίξιμο, διαφορετική σωματικότητα, χωρίς την υπερβολή του γκροτέσκο και την φόρμα της παντομίμας και κυρίως συνεχή επαγρύπνιση πάνω στη σκηνή και σωματικά και συναισθηματικά. Η ισορροπία ανάμεσα σε όλα αυτά και την αλήθεια στην ερμηνεία, είναι πολύ δύσκολη και δυσνόητη για έναν ηθοποιό, αλλά έχει μια απελευθερωτική διάσταση, όταν την κατακτήσεις.

– Πως αισθάνεστε για την συνεργασία σας με τον Γιάννη Οικονομιδη;
Τον Γιάννη τον γνωρίζω πάρα πολλά χρόνια και μάλιστα είμαι φαν του! Έχω δει όλες του τις παραστάσεις από το 2005 (άντε να μου έχει ξεφύγει μία ή δύο). Έχουμε κοινή πορεία στο χώρο, γιατί και οι δύο ξεκινήσαμε με τις ομάδες μας (εκείνος με τους Splish-splash και εγώ με τους Abovo) την ίδια χρονική περίοδο και μάλιστα μια εποχή που όλες αυτές οι devised σωματικές ομάδες, ήταν ας πούμε “αδερφοποιημένες” και στηρίζανε πολύ η μία την άλλη. Εκείνα τα χρόνια συνέβαινε αυτό το μαγικό πράγμα που οι θεατές της μιας ομάδας, γινόντουσαν και οι θεατές των υπολοίπων ομάδων. Το νεανικό θέατρο άνθιζε και μαζί του οι νέοι μάθανε να αγαπούν το θέατρο.
Όταν λοιπόν, με πήρε τηλέφωνο για να παίξω στον mπάτλερ, πέταξα από τη χαρά μου, γιατί θαυμάζω απεριόριστα την τεχνική του και ήθελα διακαώς να τη μάθω. Έχουμε ταιριάξει πάρα πολύ και γι’ αυτό συνεχίζουμε και δουλεύουμε μαζί.

– Τι είναι αυτό που τον ξεχωρίζει ως σκηνοθέτη;
Έχει σκηνική ευφυία. Όταν έρχεται στην πρόβα με αλλαγές πάνω στο έργο, παθαίνουμε όλοι σοκ, γιατί δεν μπορούμε να δούμε το αποτέλεσμα όπως το βλέπει εκείνος. Όμως στο τέλος δικαιώνεται απόλυτα. Έχει όραμα και ξέρει τι θέλει να πει. Είναι ειλικρινής και δίκαιος και δεν φοβάται να ρισκάρει.

– Τι πραγματεύεται το Scarmface;
Η ιστορία διαδραματίζεται στη Νέα Υόρκη το 1933 κατά τη διάρκεια της ποτοαπαγόρευσης και της εξουσίας της μαφίας. Είναι μια εποχή φτώχειας, μια εποχή ανέχειας, όπου ο κόσμος έχει χάσει την πίστη του στους θεσμούς και τη δημοκρατία. Τίποτα δεν είναι αξιοκρατικό, η αστυνομία είναι υποχείριο των μαφιόζων και των ισχυρών, όπως και οι δικαστές. Όλοι χρηματίζονται και το έγκλημα κυριαρχεί.
Ο Τόνι, ένας φτωχός, νέος και μικροεγκληματίας, θέλει να μπει στη μαφία. Σιγά σιγά από απλό τσιράκι, βρίσκεται στην κορυφή της ιεραρχίας και από εκεί βλέπουμε και τη δική του πτώση, μέχρι που χάνει τη ζωή του.
Ουσιαστικά το έργο μιλάει για την εξουσία. Πόσο σαγηνευτική είναι για όλους τους χαρακτήρες, πόσο παθιάζονται, ο καθένας με τον τρόπο του και θυσιάζουν γι’αυτήν ό,τι πιο ιερό έχουν. Η πτώση τους, βέβαια είναι προδιαγεγραμμένη και αναπόφευκτη.

– Υποδύεστε την Betty, γυναίκα του αρχηγού της Μαφίας, που με μαεστρία τον κατευθύνει προς τις επιλογές του. Πόσο δύσκολο ήταν να προσεγγίσετε μια μοιραία και αδίστακτη γυναίκα; Βοήθησε ότι δεν υπήρχαν διαλογικά μέρη;
Ήταν πολύ δύσκολο, γιατί αυτός ο χαρακτήρας είναι εντελώς αντίθετος από εμένα. Και το πιο δύσκολο είναι ότι ακριβώς δεν υπήρχε κείμενο. Όταν λες κάτι, μπορείς να το αναλύσεις, να το στηρίξεις, να το κατανοήσεις και να το ερμηνεύσεις. Όταν πρέπει να τα δείξεις όλα μόνο με την κίνηση και την έκφραση του προσώπου, ξαφνικά κάθε μικρή αντίδραση στο πρόσωπο, ή στα χέρια, ή στον τρόπο που περπατάς, γίνεται σημαντική. Όλα υποδηλώνουν κάτι, όλα κάτι λένε. Έπρεπε λοιπόν, να μελετήσω με τεράστια λεπτομέρεια εκείνες τις γυναίκες, να δω πως κινούνται, πώς στέκονται, πώς σαγηνεύουν, πότε κάνουν πίσω, πότε φοβούνται και πότε ρισκάρουν. Δυσκολεύτηκα πολύ, αλλά παράλληλα έκανα και ένα φοβερό ταξίδι ανακαλύπτοντας πως εγώ μπορώ να απορροφήσω και να αναδείξω αυτά τα χαρακτηριστικά.

– Πιστεύετε ότι η ομορφιά είναι εφόδιο για κάποιον; Έχει συμβεί προσωπικά σε εσάς να σας δημιουργήσει κάποια άβολη συνθήκη;
Φυσικά και είναι. Δεν είναι το μοναδικό, δεν είναι το πιο σημαντικό, αλλά σίγουρα δεν περνάει απαρατήρητο. Η εξωτερική μας εμφάνιση είναι το πρώτο πράγμα που κάποιος βλέπει σε εμάς. Και ναι, ένα γοητευτικό άτομο φυσικά και τραβάει και μαγνητίζει τα βλέμματα. Απλώς επειδή η ομορφιά είναι και παρωδική, αλλά και εύκολα μπορεί να υπάρξει ο ακόμα πιο όμορφος από σένα, είναι κάτι που αν σταθείς μόνο εκεί, χάνεις το παιχνίδι.
Βέβαια να πούμε πως δεν χρειάζεται κάποιος να είναι όμορφος για να υποστεί σεξουαλική παρενόχληση, ή να μπει σε άβολη συνθήκη. Μπορεί να συμβεί σε όλους, άσχετα με την εξωτερική τους εμφάνιση. Εγώ προσωπικά, δεν έχω βιώσει κάτι αντίστοιχο, μόνο σε πολύ μικρό βαθμό και ευτυχώς βρήκα τη δύναμη και το θάρρος να το αποτρέψω πολύ άμεσα.

– Η Betty στο τέλος είναι από τους λίγους χαρακτήρες που παραμένει ζωντανή. Θα θέλατε να αλλάξει ζωή ή πιστεύετε ότι θα συνεχίσει να ζει με άντρες κακοποιητικούς μην μπορώντας να ξεφύγει από αυτή την κατάσταση;
Πιστεύω ότι δεν μπορεί να αλλάξει ζωή. Θα συνεχίσει να ζει με αυτόν τον τρόπο, μέχρι να την πετάξουν, ή να καεί από τις καταχρήσεις, ή να αυτοκτονήσει. Δεν έχει μάθει να αγαπάει, δεν έχει αυτοεκτίμηση, παρόλο που φαίνεται δυναμική. Άγεται και φέρεται με μοναδικό της σκοπό να παραμείνει στο παιχνίδι, χωρίς να αντιλαμβάνεται, ή να την νοιάζει τι θυσιάζει κάθε φορά. Νομίζω ειδικά στο τέλος, παρόλο που είναι ζωντανή και συνεχίζει, έχει χάσει σχεδόν όλα τα μέρη του εαυτού της. Έχει πουλήσει την ψυχή της στο διάβολο, σαν τον Φάουστ και αποπληρώνει τους τόκους σιγά σιγά, όλο και πιο ακριβά.

– Σαν γυναίκα είστε φιλάρεσκη όπως η ηρωίδα σας; Κολλάτε με την εικόνα σας;
Νομίζω ότι όσο μεγαλώνω, απομακρύνομαι από τη φιλαρέσκεια. Όταν ήμουν νεότερη, ήθελα πιο πολύ να αρέσω, πράγμα που είναι και λογικό. Τώρα πια, μπαίνοντας σιγά σιγά στα 44, με αφορά όλο και λιγότερο. Βέβαια, πάντα θέλω να αρέσω σε μένα, ή πάντα με συγκινεί ένα κομπλιμέντο, δεν θα το αρνηθώ, αλλά δεν είναι αυτό που αποζητώ. Αυτό που θέλω να πω μάλλον, είναι ότι μεγαλώνοντας είμαι πιο σίγουρη για τον εαυτό μου, νιώθω πιο περήφανη για τις κατακτήσεις μου και αυτά που έχω καταφέρει, οπότε το πως δείχνω εξωτερικά έρχεται σε δεύτερη μοίρα.

– Οι γυναίκες σήμερα μετά το ξέσπασμα του #metoo πιστεύετε ότι βελτίωσαν τη θέση τους στην κοινωνία; Έχουν κατακτήσει την ισότητα ή έστω καλυτέρευσαν τις συνθήκες εργασίας και ζωής τους;
Αυτό το θέμα είναι εξαιρετικά περίπλοκο και πολύ δύσκολο να απαντηθεί.
Ξέρετε, αισθάνομαι ότι οι γυναίκες έχουν συνέχεια ένα αίσθημα ενοχής για ο,τιδήποτε και αυτό δεν είναι μόνο πρόβλημα της “πατριαρχίας” όπως είναι της μόδας να λέμε, αλλά και του φεμινισμού (κατά τη γνώμη μου πάντα, μπορεί να είμαι και λάθος).
Θέλουμε μια γυναίκα που να έχει την υψηλότερη μόρφωση, την υψηλότερη θέση στα επαγγελματικά της, την υψηλότερη θέση στην οικογένεια. Δηλαδή, μια γυναίκα που δεν μπορεί να υπάρξει. Οπότε καταλήγουμε σε μια γυναίκα που νιώθει ενοχές αν δεν γίνει μητέρα, μια γυναίκα που νιώθει ενοχές επειδή έγινε μητέρα, μια γυναίκα που δεν της δίνεται ο χρόνος να γίνει και μητέρα και να πάρει το διδακτορικό της, πρέπει να επιλέξει, γιατί ως γνωστόν πρέπει να τα κάνει και τα δύο εξίσου καλά. Μια γυναίκα που νιώθει ενοχές που δεν θα θηλάσει γιατί θέλει να γυρίσει στη δουλειά, μια γυναίκα που νιώθει ενοχές γιατί θηλάζει και δεν θέλει να γυρίσει στη δουλειά, μια γυναίκα που νιώθει ενοχές αν είναι νοικοκυρά, μια γυναίκα που νιώθει ενοχές γιατί δεν είναι νοικοκυρά, κοκ. Γενικά σε μια γυναίκα που νιώθει ενοχές για οποιαδήποτε επιλογή της. Και αυτό ξεκινάει και από τις ίδιες τις γυναίκες. Οπότε πιστεύω ότι για να βελτιωθεί η θέση μας μέσα στην κοινωνία, πρέπει πρώτα να ξεκινήσει από εμάς, να είμαστε περισσότερο ανεκτικές και βοηθητικές στο ίδιο μας το φύλο και να μας επιτρέψουμε να το αποδεχτούμε και να το αγαπήσουμε με όλα του τα πλεονεκτήματα και τις αδυναμίες του.
Βέβαια όλα αυτά είναι οι δικές μου σκέψεις και δεν είμαι ούτε κοινωνιολόγος, ούτε ειδικός, απλώς είναι τα βιώματά μου, τα δικά μου και των γυναικών στο περιβάλλον μου.

– Θα αποτρέπατε ένα νέο παιδί που εκφράζει την επιθυμία να γίνει ηθοποιός; Ειδικά μετά τις δυσκολίες που αντιμετώπισε ο κλάδος με τις κακοποιητικές συμπεριφορές αλλά και τον νόμο Μενδώνη;
Όχι, δεν θα το αποτρέψω. Η κόρη μου θέλει να γίνει ηθοποιός και χορεύτρια και δεν της έχω πει ποτέ να μην το κάνει. Μου φαίνεται αδιανόητο να πω σε έναν νέο άνθρωπο να μην παλέψει για τα όνειρά του, να μην δοκιμάσει να κάνει αυτό που τον κάνει ευτυχισμένο επειδή μια υπουργός πήρε μια κακή απόφαση, ή επειδή υπάρχουν κακοποιητικές συμπεριφορές στο χώρο (και σε ποιόν δεν υπάρχουν άλλωστε). Αυτό που μπορούμε εμείς να κάνουμε, είναι να θωρακίσουμε και να εκπαιδεύσουμε τους νέους, να μην ανέχονται να τους θεωρούν κατώτερους, να πιστεύουν στον εαυτό τους, να παλεύουν με όλη τους τη δύναμη, να σέβονται τους ανθρώπους γύρω τους και να απαιτούν τον ίδιο σεβασμό απέναντί τους. Και να λειτουργούν όχι μόνο για το ατομικό καλό, αλλά και για το σύνολο. Και δεν το λέω καθόλου με πολιτικό πρόσημο αυτό, αλλά ξεκάθαρα και απόλυτα με ανθρωπιστικό.

– Τι θεωρείτε σημαντικότερο πράγμα στη ζωή σήμερα;
Τους ανθρώπους και τη φύση. Μου λείπουν οι αληθινές και αγνές ανθρώπινες σχέσεις και η καθημερινή επαφή με τη φύση. Να περπατάω, να αναπνέω ήρεμα και να λέω καλημέρα στους γείτονες. Αυτό.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.