Η Άποψή μας

Η Άποψή μας για την παράσταση «Χαίρετε κι Αντίο» του Άθολ Φούγκαρντ σε σκηνοθεσία Κώστα Βασαρδάνη στο θέατρο Φούρνος

Γράφει η Κωνσταντίνα Καλλέργη
11/04/24

Ένα φτωχικό σπίτι, ένα τραπέζι, μερικές καρέκλες, δυο αδέλφια… κι ανάμεσά τους η σιωπή κι ο χρόνος. Αρκεί μια επάνοδος στο πατρικό σπίτι – ακόμη κι ύστερα από πολλά χρόνια – για να βρει κανείς ξανά το παιδί που ήταν κάποτε. Μνήμες ξαναζωντανεύουν, κομμάτια του παρελθόντος ενώνονται ξανά, και ο καθένας βρίσκεται αντιμέτωπος με το είδωλο του αλλοτινού εαυτού του, κι όλα τα βήματα αυτού, που τον οδήγησαν στο δικό του σήμερα.

Στο έργο του Άθολ Φούγκαρντ – του σημαντικότερου εν ζωή αγγλόφωνου συγγραφέα της Νοτίου Αφρικής – αρκεί μια νύχτα, μια συνάντηση, και μια απέλπιδα προσπάθεια, για να ξεδιπλωθεί μπροστά στα μάτια των θεατών, κομμάτι – κομμάτι, το παρελθόν των δύο ηρώων• ένα παρελθόν τόσο κοινό, όσο και διαφορετικό, αλλά το ίδιο καταλυτικά καθοριστικό για τον καθένα τους.

Ο απομονωμένος και φανερά διαταραγμένος Τζόνυ Σμιτ, δέχεται μια επίσκεψη, αργά το βράδυ, από την από χρόνια απούσα αδερφή του Έστερ, που έρχεται να ταράξει την ανιαρή, σχεδόν μίζερη ησυχία του και να «φωτίσει», ηθελημένα και μη, κομμάτια της οικογενειακής, αλλά και προσωπικής ζωής τους. Η φυγή της πριν από χρόνια, η κατάσταση της υγείας του σακάτη πατέρα τους, και το υποτιθέμενο μοίρασμα της περιουσίας, γίνονται η αφορμή για να ανοίξουν ξανά οι λογαριασμοί του παρελθόντος. Τραυματικά περιστατικά κι εμπειρίες του παρελθόντος, ανεκπλήρωτα όνειρα, ματαιωμένες επιθυμίες και φιλοδοξίες τσακισμένες, υπό το βάρος της οικογενειακής καταπίεσης και τοξικότητας, συνθέτουν τα κομμάτια της ιστορίας, που κάθε ήρωας φαίνεται να τη θυμάται και να την ανασυντάσσει διαφορετικά.

Πιο εκρηκτική, επαναστατημένη, αλλά και βουτηγμένη βαθιά, επί χρόνια, στη «βρωμιά» της ζωής, η Έστερ διαγράφει τα στιγμιότυπα της παιδικής ηλικίας και της ζωής της – ακόμα και του πρόσφατου ταξιδιού της προς το Πορτ Ελίζαμπεθ και το πατρικό της σπίτι – με χαρακτηριστικές μυρωδιές, της γειτονιάς, του σπιτιού της, της μητέρας της, που έχουν αποτυπωθεί βαθιά στη μνήμη της. Ενώ ο Τζόνυ, ως ένας αποστασιοποιημένος, αφοσιωμένος παρατηρητής της ζωής, συνθέτει το παρελθόν, ως επί το πλείστον, μέσα από τις αφηγήσεις των άλλων, και ιδίως εκείνες του πατέρα, στη φροντίδα του οποίου, αφιέρωσε (και έχασε) τον εαυτό του.

Δύο ήρωες, αρκετά συγκρουσιακοί μεταξύ τους, αλλά αποτελούν ο ένας το στενότερο συγγενή του άλλου, παρουσιάζονται στο κοινωνικό δράμα του Φούγκαρντ, σα δυο ξένοι, που ξέρουν αρκετά για τις ζωές τους, ώστε να είναι σε θέση να πληγώσουν και να πληγωθούν. Ένα «χαίρετε» κι ένα «αντίο», αποτελούν τους δύο πόλους ενός εκκρεμούς, που ορίζει το παρελθόν αλλά και τη σχέση των δύο ηρώων, που σκηνοθετεί ο Κώστας Βασαρδάνης, ερμηνεύοντας και το ρόλο του Τζόνυ. Όπως σημειώνει ο ίδιος: Το “Χαίρετε κι αντίο” είναι ένα έργο δωματίου για δύο ηθοποιούς. Ένα έργο σχέσεων, γραμμένο με μεγάλη μαστοριά, υπόγειο χιούμορ και μια αίσθηση σασπένς. […] Τα πρόσωπα, κατά το μεγαλύτερο μέρος του έργου, συνδιαλέγονται, αλλά σε σοφά επιλεγμένες στιγμές ο “τέταρτος τοίχος” πέφτει, αυτή η σχεδόν νατουραλιστική, διαλογική γραφή διακόπτεται και τη θέση της παίρνει μια πιο συμπυκνωμένη, μπεκετικής απόχρωσης θα μπορούσε κανείς να πει, μονολογική γραφή.

Οι ερμηνείες των δύο ηθοποιών (Κώστας Βασαρδάνης – Βίκυ Καλπάκα), με τη σκηνοθετική καθοδήγηση του πρώτου, αναδεικνύουν την αντίθεση ανάμεσα στους ήρωες, η οποία αποτυπώνεται από την αντίληψή τους για το κοινό τους παρελθόν, μέχρι και στην προσωπικότητα, την πορεία που ακολούθησαν, αλλά και στη στάση και τη φιλοσοφία που υιοθετούν στο αφηγηματικό παρόν της ζωής τους. Οι «ρωγμές» της ιστορίας, που ανοίγουν μια χαραμάδα στο παρελθόν, άλλοτε με ελαφρώς κωμικό τόνο, κι άλλοτε φωτίζοντας τις προβληματικές οικογενειακές σχέσεις και την κοινωνική ανισότητα, που χαρακτήρισαν την πρώιμη ζωή τους, και διαμόρφωσαν τα δύο αδέλφια, προκύπτουν από τη σκηνική αλληλεπίδραση των δύο ηρώων, που συνομιλούν, αλλά συχνά δεν συνδιαλέγονται.

Κατά την παράσταση, το παρόν, συγχέεται με το παρελθόν, ο τόπος και ο χρόνος, μπορεί να είναι κάθε τόπος και κάθε χρόνος, στο σήμερα, στο χθες, στο αύριο, ενώ βλέπουμε τους ήρωες να αδυνατούν να ξεφύγουν από την τραυματική ζωή τους, και να «ενδύονται» εν τέλει, αυτό που φοβούνται ή εχθρεύονται• η Έστερ, χάνοντας πια κάθε ελπίδα να αφήσει πίσω της τη ζωή που έκανε ως τώρα, και να μπορέσει πια να σταθεί με διαφορετικό σθένος απέναντι στην κοινωνία, τις επιταγές και τις διακρίσεις, γυρίζει ηττημένη, σε όλα όσα την πληγώνουν καθημερινά• ο Τζόνυ, έχοντας ήδη από χρόνια, απαρνηθεί τα θέλω και τις φιλοδοξίες του, και φοβούμενος να ζήσει πραγματικά, μετατρέπεται σε μια παράφωνη σκιά, μια απομίμηση του σακάτη πατέρα, στοιχειώνοντας ο ίδιος τον εαυτό του. Και οι δυο, αντί για μια αναγέννηση ή μια ανάσταση – την οποία πολύ επιθύμησαν – καταλήγουν να αποτελούν μια επανάληψη, μια επιβεβαίωση του κανόνα, που τους θέλει δέσμιους των βιωμάτων τους.

Ο ρυθμός της παράστασης, εντονότερος στα σημεία που χρειάζεται, διατηρεί το σασπένς τη ιστορίας στα σημεία που πρέπει, χωρίς να το εντείνει και να το υπερπροβάλει, ενώ ο φωτισμός αποτυπώνει και «εκπέμπει» στην πλατεία, την ψυχική κατάσταση των ηρώων. Ο Τζόνυ, του Κώστα Βασαρδάνη είναι μια πολύ ρεαλιστική απεικόνιση ενός ανθρώπου που έζησε χρόνια στη σκιά (και ως η σκιά) κάποιου άλλου, σε σημείο να μη γνωρίζει πλέον ούτε ο ίδιος καλά τον εαυτό του, ενώ η Έστερ της Βίκυς Καλπάκα, ενσαρκώνει τον κυνισμό και την ψυχρή λογική των ανθρώπων του περιθωρίου, που έχουν δει μόνο το άσχημο πρόσωπο της κοινωνίας.

Το «Χαίρετε κι αντίο», συνεχίζεται για λίγες παραστάσεις, έως τις 26 Απριλίου, στο Θέατρο Φούρνος, κάθε Πέμπτη και Παρασκευή, στις 21:00.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.