Συνεντεύξεις

Συνέντευξη – Χριστίνα Κυριαζίδη

Συνέντευξη στον Περικλή Μπίκο
23/03/23

Η Χριστίνα Κυριαζίδη είναι Ελληνίδα συγγραφέας, ηθοποιός, μουσικός, podcaster και ραδιοφωνική παραγωγός με έδρα το Βερολίνο. Είναι ιδρύτρια του project STORY FOR FOOD, με το οποίο συλλέγει ηχητικές ιστορίες σε 14 γλώσσες και διοργανώνει εκδηλώσεις προφορικής αφήγησης και ραδιοφωνικές εκπομπές. Είναι επίσης η ιδρύτρια του Διεθνούς Φεστιβάλ Αφήγησης Ιστοριών και Παραστατικών Τεχνών “We Love Stories” στα Χανιά της Κρήτης. Σπούδασε υποκριτική και θεατρική συγγραφή στην Ελλάδα και την Μεγάλη Βρετανία και έχει εργαστεί ως ηθοποιός, δραματουργός και παιδαγωγός θεάτρου σε διάφορες χώρες της Ευρώπης και της Νότιας Αμερικής. Τα θεατρικά της έργα έχουν βραβευτεί και παρουσιαστεί στην Ελλάδα, τη Γερμανία, τη Βραζιλία και την Ισπανία, και η ποίηση της έχει δημοσιευτεί στην Ελλάδα.

– Είσαστε μια προσωπικότητα που έχει σπουδάσει αλλά και εργαστεί τόσο σε χώρες της Ευρώπης όσο και της Νοτίου Αμερικής. Τι είναι αυτό που έχετε κρατήσει από αυτά σας τα ταξίδια και το οποίο σας βελτίωσε τόσο ως άνθρωπο όσο και ως καλλιτέχνη;
Δεν υπάρχει μεγαλύτερο προσωπικό σχολείο από το “ταξίδι” πιστεύω. Δεν αναφέρομαι σε ταξίδια τουρισμού εδώ, αλλά σε ευκαιρίες να ζήσεις σε μια ξένη χώρα, ή ακόμη και σε μια άλλη πόλη της χώρας που γεννήθηκες. Με άλλα λόγια, να αφήσεις πίσω το “γνωστό” και να αγκαλιάσεις το “άγνωστο”. Είναι εκεί, στο “άγνωστο”, όπου είσαι ευάλωτος και ανοιχτός, σαν παιδί ξανά σχεδόν, που έχεις την ευκαιρία να αποβάλεις το περιττό και το ανούσιο, που έρχεται πολλές φορές μαζί με την σιγουριά και την ασφάλεια, και να επαναπροσδιορίσεις τον εαυτόν σου, να ανακαλύψεις ποιος πραγματικά είσαι.

Στα ταξίδια μου, που δεν ήταν ταξίδια τουρισμού, αλλά διαστήματα όπου έζησα και δημιούργησα θέατρο, μουσική, ραδιόφωνο σε ξένες χώρες, κυρίως στην Βόρεια Ευρώπη και την Νότια Αμερική, όπου έμαθα άλλες γλώσσες και συνήθειες, όπου καλλιέργησα φιλίες και δημιούργησα αναμνήσεις, οφείλω αυτό που είμαι σήμερα.
Είναι τα ταξίδια μου που με έφεραν έως εδώ. Έχω κρατήσει πολλά πράγματα, τα περισσότερα δεν χωρούν σε λέξεις. Πρόσωπα, στιγμές, αισθήσεις, γέλια και βλέμματα, μια μοναδική βαλίτσα γεμάτη ζωή που με συνοδεύει πάντα.

Θα αναφέρω μονάχα ένα: την εσωτερική βεβαιότητα ότι τα σύνορα δεν είναι παρά γραμμές σε έναν χάρτινο χάρτη, και ότι η μόνη χώρα σου βρίσκεται εκεί όπου η καρδιά σου χτυπά πιο δυνατά. Για μένα, η μόνη χώρα που αναγνωρίζω είναι το θέατρο – ανεξάρτητου γλώσσας και γεωγραφικής τοποθέτησης.

– Από τι εμπνέεστε για να δημιουργήσετε τα έργα σας;
Από προσωπικά βιώματα και από εξωτερικά ερεθίσματα που με κάποιον τρόπο με αγγίζουν, με κάνουν να νιώθω ευάλωτη, να αμφισβητώ, να αναρωτιέμαι.
Η έμπνευση είναι μια διαδικασία ενσυναίσθησης – ένα ταξίδι δηλαδή από το “γνωστό” στο “άγνωστο”, από το εγώ στο εσύ, ακόμη και αν πολλές φορές το εσύ δεν είναι παρά μια ακόμη ανεξερεύνητη περιοχή του ίδιου του εαυτού σου.

– Πως γεννήθηκε η ιδέα για την παράσταση “Κόκκινο”;
Ήθελα να δημιουργήσω μια παράσταση για την γυναίκα, βασισμένη σε δικά μου κείμενα. Αναπόφευκτα προέκυψαν τα τρία κεφάλαια που συναντάμε, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, στη ζωή κάθε γυναίκας: ο έρωτας, η μητρότητα και ο θάνατος, ή ο δρόμος προς τον θάνατο, με άλλα λόγια, η σχέση της γυναίκας με τον χρόνο, η γήρανση και η φθορά του γυναικείου σώματος.

Άρχισα να δραματοποιώ σωματικά κάποια δικά μου ποιήματα και ύστερα βρέθηκα μπροστά στην μουσική σύνθεση [TIME] του Ισλανδού συνθέτη Smári Gudmundson. Σε αυτό το πρωταρχικό υλικό προστέθηκαν κι αλλά τραγούδια και νανουρίσματα σε διαφορετικές γλώσσες. Μετά από μια πολύμηνη σωματική έρευνα και επεξεργασία του παραπάνω υλικού, έφτασα στην τελική παρτιτούρα της χοροθεατρικής
σκηνικής σύνθεσης που ονόμασα «ΚΟΚΚΙΝΟ».

– Γράφετε, σκηνοθετείτε και ερμηνεύετε. Ποιά από αυτές τις ιδιότητες είναι αυτή που σας εκφράζει περισσότερο αλλά και τι δυσκολίες, ενδεχομένως, να περιέχει αυτή η συγκέντρωση ιδιοτήτων στο ανέβασμα ενός έργου.
Είχα την τύχη να γνωρίσω μεγάλους δασκάλους, όπως ο Eugenio Barba, ο Thomas Richards, ο Yoshi Oida κ.α. και σιγά σιγά ανέπτυξα τον δικό μου τρόπο καλλιτεχνικής έκφρασης, μέσα από τον οποίο η ηθοποιός γίνεται δημιουργός ενός ολοκλήρου σκηνικού σύμπαντος, υπεύθυνη για τα συνειρμικά, σωματικά και συναισθηματικά τοπία που παρουσιάζει στον θεατή. Γράφω και χορογραφώ τα κείμενα μου μέσα από μια χρονοβόρα διαδικασία που περνάει από πολλά στάδια αυτοσχεδιασμού, σύνθεσης, επεξεργασίας, και σωματικής έρευνας.

Αυτή η συνθήκη απαιτεί να βρεις τη σωστή ισορροπία ανάμεσα στο νόημα που έχει η παράσταση για εσένα ως ηθοποιό, και στους συνειρμούς που οι πράξεις σου φιλοδοξούν να αφυπνίσουν στον θεατή. Με άλλα λόγια, να ταξιδέψεις το εσωτερικό ταξίδι του δημιουργού, ενώ ταυτόχρονα είσαι υπεύθυνη για μια σύνθεση που απευθύνεται στο εσωτερικό σύμπαν του θεατή. Πρόκειται για μια ριψοκίνδυνη ισορροπία που δεν πετυχαίνει πάντα.

Αν και απολαμβάνω περισσότερο την περίοδο της γραφής, δεν μπορώ να διαχωρίσω τις ιδιότητες του συγγραφέα – σκηνοθέτη – ερμηνευτή κατά την περίοδο της προετοιμασίας μιας σκηνικής σύνθεσης / περφόρμανς. Όλα είναι ένα. Το κείμενο γίνεται ένας ζωντανός οργανισμός, όπως ακριβώς μια κίνηση ή ένας ήχος, και μπορεί να αλλάξει, να επεξεργαστεί, να γεννήσει νέες λέξεις και να μεταμορφωθεί σε άλλο κείμενο. Τίποτα δεν είναι δεδομένο. Όλα είναι σε Ροή. Οι λέξεις κινούνται, οι κινήσεις γίνονται ήχοι, και η τελική χορογραφία ξεπηδά από την αισθαντικότητα και τον συνειρμικό μου κόσμο, για να γραφτεί πάνω στο σώμα μου με έναν τρόπο απόλυτα προσωπικό – τόσο προσωπικό που φέρει την πιθανότητα να γίνει οικουμενικός, δηλαδή να γεννήσει συνειρμούς και εικόνες, να ερεθίσει αισθήσεις και συναισθήματα σε κάθε θεατή ξεχωριστά, ανάλογα με το μοναδικό του υπόβαθρο και το εδώ και τώρα της κάθε παράστασης.

Τόσο εύθραυστο και πολύτιμο συνάμα, σαν το εφήμερο του θέατρου, είναι το σκηνικό υλικό με τον τρόπο που το πραγματεύομαι. Σαν κάλεσμα σε μια προσωπική συνάντηση, σε μια εσωτερική συνομιλία με τον κάθε θεατή ξεχωριστά που μπορεί να συμβεί και μπορεί και να μην συμβεί. Μα όταν συμβαίνει είναι μια εμπειρία μοναδική, μεταμορφωτική και σπάνια, σαν θαύμα.

– Έρωτας, μητρότητα, χρόνος. Τι σημαίνουν για σας;
Έρωτας, μητρότητα και η σχέση με τον χρόνο, ή αλλιώς ο δρόμος προς τον θάνατο, είναι τρία κεφάλαια που αναπόφευκτα συναντάμε στη ζωή κάθε γυναίκας.
Ακόμη και οι γυναίκες που δεν γίνονται μάνες, βιώνουν την μητρότητα μέσα από τον ρόλο της κόρης. Για μένα αυτό το τρίπτυχο αγκαλιάζει την γυναικεία υπόσταση, και μας παραπέμπει σε θηλυκές και αισθαντικές πτυχές του εαυτού μας, ανεξαρτήτως φύλου.

– Κάνοντας ένα φλας μπακ στην μέχρι τώρα διαδρομή σας σε ποιου σταθμούς της καριέρας σας θα εστιάζετε;
Αν και πέρασα πολλά χρόνια στο Βερολίνο και αναμφισβήτητα ήταν ένα μεγάλο σχολείο για εμένα, τόσο επαγγελματικά όσο και προσωπικά, ωστόσο οι πιο σημαντικοί σταθμοί στην μέχρι στιγμής επαγγελματική διαδρομή μου βρίσκονται εκτός Βερολίνου. Θα εστίαζα στις περιοδείες των σόλο παραστάσεων μου σε διεθνή φεστιβάλ, όπως το Festival d’Avignon OFF, το Magdalena Festival κ.α., στην συνεργασία μου με το Odin Teatret και τον Eugenio Barba στις παραστάσεις “UR HAMLET” και “The Marriage of Medea” στην Ιταλία, Πολωνία και Δανία, και στην περιοδεία του θεατρικού μου έργου FOREST UNDER THE SEA (FLORESTA DEBAIXO DO MAR) στην Βραζιλία, ύστερα από το κρατικό βραβείο FUNARTE. Και φυσικά στα δυο φεστιβάλ που έχω ιδρύσει μέχρι στιγμής, το “KNOTS: exchange meetings of theatrε groups” που έλαβε χώρα στο Βερολίνο, το Μπουένος Αϊρες, το Λα Παζ και το Σάο Πάολο και το “We Love Stories” που έλαβε χώρα πέρσυ στα Χανιά της Κρήτης.
Τέλος, θα εστίαζα στην Βιέννη, όπου γεννήθηκε το project μου STORY FOR FOOD, με το οποίο πέρασα τα τελευταία 6 χρόνια στο Βερολίνο ηχογραφώντας και αρχειοθετώντας ιστορίες σε 14 γλώσσες και διοργανώνοντας εκδηλώσεις προφορικής αφήγησης και ραδιοφωνικές εκπομπές.

– Τι δεν έχετε κάνει μέχρι σήμερα και θα θέλατε να κάνετε;
Ένα παιδί. Ίσως.

– Το τι θα καταφέρεις τελικά στη ζωή σου είναι θέμα επιλογής ή επιρροής;
Και τα δυο παίζουν ρόλο. Παρόλα αυτά αναμφισβήτητα είμαστε οι επιλογές μας. Όσο μένουμε στο δρόμο των ονείρων μας, πιστοί στις επιθυμίες μας και στην καρδιά μας, τόσο ο δρόμος ανοίγει από μόνος του. «Και όταν θέλεις κάτι, όλο το σύμπαν συνωμοτεί για να το καταφέρεις», όπως μας λέει ο Paulo Coelho στον “Αλχημιστή”. Είναι αλήθεια αυτό. Το έχω δει να συμβαίνει ξανά και ξανά. Το πιο δύσκολο είναι να τολμήσουμε να κάνουμε το πρώτο βήμα, να επιλέξουμε δηλαδή αυτό που επιθυμούμε, να μην επηρεαστούμε από αυτό που οι άλλοι θέλουν για εμάς. Να εμπιστευτούμε την καρδιά μας, να γίνουμε με αλλά λόγια η δίκη μας η επιλογή, και όχι αυτή κάποιου άλλου.

– Τον τελευταίο καιρό έχει ξεσπάσει μια διαμάχη ανάμεσα στους καλλιτέχνες και την κυβέρνηση σχετικά με την υποβάθμιση των σπουδών τους με το ΠΔ 85/2002. Τι σκέψεις σας γεννά αυτό;
Έφυγα από την Ελλάδα πριν από 19 χρόνια, ένα χρόνο μετά την δραματική σχολή, και είναι ακριβώς το πτυχίο της δραματικής σχολής που μου επέτρεψε να κάνω ένα μεταπτυχιακό στην Αγγλία, από το οποίο άρχισε η επαγγελματική μου πορεία στο εξωτερικό. Το προεδρικό διάταγμα που εξισώνει τα πτυχία των ανώτερων δραματικών σχολών και των σχολών χορού και κινηματογράφου με τα απολυτήρια λυκείου, είναι απαράδεκτο, αντισυνταγματικό και αδικαιολόγητο. Όχι μόνο προσβάλει μισθολογικά και ακαδημαϊκά έναν ήδη επιβαρυμένο κλάδο στην Ελλάδα, αλλά προσβάλει και την αξιοπρέπεια των καλλιτεχνών και υποδηλώνει μια έλλειψη στοιχειώδους κατανόησης και σεβασμού ως προς το επάγγελμα του καλλιτέχνη.
Είναι θλιβερό να συμβαίνει αυτό στην Ελλάδα. Ταυτόχρονα όμως είναι τρομερά ελπιδοφόρα η αντίδραση των νέων, και όλων “αυτών που τους ακούν”, που δεν είναι λίγοι. Τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό η φωνή τους ακούγεται όλο και περισσότερο μέρα με την μέρα. Είναι η φωνή της νιότης, της εξέγερσης, της δημιουργίας, της αλλαγής. Ευάλωτη και δυνατή συνάμα, σαν θάλασσα που σε
ξεπλένει και σε μετακινεί, η “εξέγερση του πολιτισμού” που συναντάμε σήμερα στην Ελλάδα, ίσως να είναι και η πιο απτή καλλιτεχνική κραυγή που έχει να παρουσιάσει αυτή η χώρα τα τελευταία χρόνια.

– Τον τελευταίο καιρό η κοινωνία μας πλήττεται από μια σειρά άσχημα γεγονότα όπως η έμφυλη βία, το δυστύχημα στα Τέμπη, η αστυνομική βία. Τι αισθήματα σας γεννιούνται για αυτά;
Αυτή την στιγμή στην Ελλάδα συναντάμε ένα κράτος αστυνόμευσης και εκφοβισμού, μια κοινωνία που πλήττεται από εγκλήματα έμφυλης και ομοφοβικής βίας, κρατική καταστολή και ΜΜΕ που παραπληροφορούν, τρομοκρατούν, χειραγωγούν. Τα Τέμπη, ένα κρατικό έγκλημα που προσπαθούν να μας πείσουν ότι οφείλεται σε “τραγικό ανθρώπινο λάθος”, ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι.
Αισθάνομαι βαθιά οργή, αγανάκτηση και πίκρα για την κατάσταση αυτή. Μόνη ηλιαχτίδα στο σκοτάδι γύρω μας, η αντίδραση του κόσμου, οι πορείες, οι φοιτητικές καταλήψεις. Έχω την αίσθηση ότι η ελληνική κοινωνία δεν αντέχει άλλον αυταρχισμό και αλλά ψέματα και πολύ σύντομα θα εναντιωθεί στις εγκληματικές κυβερνήσεις, προχωρώντας προς μια νέα, πιο ελεύθερη, πιο δημοκρατική
πολιτική πραγματικότητα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.